Αναδημοσίευση από την χθεσινή Ελευθεροτυπία:
Τα μαθήματα από τη βαρύτατη λαϊκή ήττα
Του ΤΑΚΗ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Το άνετο πέρασμα των πιο καταστροφικών μέτρων στην Ιστορία αυτού του τόπου, τα οποία οδηγούν και στο μαζικό ξεπούλημα του ίδιου του κοινωνικού μας πλούτου, σημαίνει ότι τα λαϊκά στρώματα υπέστησαν την πιο βαριά ήττα τους στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, στα χέρια της κοινοβουλευτικής «χούντας του Γιωργάκη».
Μια ήττα, που δεν συγκρίνεται καν με την ήττα που σήμανε η επικράτηση μιας άλλης χούντας το 1967. Και δεν συγκρίνεται γιατί, αν δεν ανατραπεί, θα σηματοδοτήσει την επ' αόριστον καταδίκη των λαϊκών στρωμάτων σε οικονομική καταστροφή, όπου οι μόνες επιλογές που βασικά θα έχουν θα είναι: είτε να δουλεύουν με μισθούς και συνθήκες (σημερινής) Βουλγαρίας -αν όχι Κίνας- σε όσες δουλειές θα «προσφέρουν» οι Βορειοευρωπαίοι «εταίροι» μας είτε να μεταναστεύουν.
Για να διαπιστώσει κανείς το μέγεθος της ήττας δεν έχει παρά να δει την ευφορία των ξένων και ντόπιων οικονομικών ελίτ όταν, με την ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας των επαγγελματιών πολιτικάντηδων (και δωσίλογων!), τα χρηματιστήρια εδώ και στο εξωτερικό ξανάνθησαν. Και είναι, βέβαια, δωσίλογοι οι επαγγελματίες πολιτικάντηδες (οι οποίοι πρέπει άμεσα να αντιμετωπίσουν τον κοινωνικό, και όχι μόνο πολιτικό, εξοστρακισμό από τον ελληνικό λαό) γιατί στήριξαν μια χούντα που δεν είχε την παραμικρή λαϊκή εντολή να πάρει τα καταστροφικά για το λαό δομικά μέτρα που πήρε. Αντίθετα, στηρίχθηκε μόνο στην τρομοκρατία των ΜΑΤ, που οι «αντιστασιακοί» του ΠΑΣΟΚ διέταξαν να φερθούν σαν εσωτερικός στρατός κατοχής, χειρότερος και από τη χουντική αστυνομία της 7ετίας, κατά του αντιστεκόμενου λαού!
Πού οφείλεται όμως η βαρύτατη αυτή ήττα και πώς μπορεί να ανατραπεί; Εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ των συνήθων μέσων πάλης και των νεοπαγών του «κινήματος των αγανακτισμένων». Τα συνήθη μέσα πάλης, δηλαδή οι σπασμωδικές απεργίες και οι συνήθεις πορείες-λιτανείες, που οργανώνονταν κατά κανόνα από τις γραφειοκρατικές ηγεσίες των συνδικάτων (οι οποίες κατ' αρχήν ανήκουν σε κόμματα εξαρτώμενα από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ), ήταν αναπόφευκτο να αποτύχουν, εφ' όσον ουσιαστικά στόχευαν στην ελεγχόμενη εκτόνωση της λαϊκής οργής. Αλλά και οι ανάλογες απεργίες και λιτανείες της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είχαν επίσης την ίδια τύχη, όχι μόνο γιατί τις υιοθετούσε μόνο μια μειοψηφία των εργαζομένων και των πολιτών γενικότερα, αλλά και γιατί και η Αριστερά αυτή δεν είχε να προσφέρει συγκεκριμένους στόχους στο λαϊκό κίνημα για να αγωνιστεί κατά των πραγματικών αιτίων της κρίσης -απαιτώντας, κυρίως, την άμεση έξοδο από την ίδια την Ε.Ε. Ομως, μόνο έτσι θα μπορούσαν τα λαϊκά στρώματα να επανακτήσουν δυνητικά κάποια οικονομική κυριαρχία, η οποία αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για να παλέψουν κατά των ξένων και ντόπιων ελίτ. Αντίθετα, τμήμα μεν της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς μιλούσε μόνο για έξοδο από το ευρώ, και «συνολική ρήξη με την Ε.Ε.» (που ανάγεται στα τρία τέρμινα), ενώ το μεγαλύτερο τμήμα της συνέδεε την έξοδο από την Ε.Ε. με τη «λαϊκή εξουσία» που -όπως έδειξε και το άνετο πέρασμα των καταστροφικών μέτρων- είναι αδύνατη στο προβλέψιμο μέλλον.
Το ίδιο όμως το πέρασμα των μέτρων έδειξε και την κενότητα της ρητορικής της ρεφορμιστικής Αριστεράς που στήριξε το «κίνημα των αγανακτισμένων», το οποίο διακήρυσσε ότι θα παρεμπόδιζε τους χουντικούς να περάσουν τα μέτρα τους. Σήμερα, όλοι μέμφονται τους «κουκουλοφόρους» (που πολλοί από αυτούς απλώς φορούσαν κουκούλα για να προστατευθούν από τα δολοφονικά χημικά των χουντικών πραιτοριανών), διότι δήθεν εμπόδισαν το ειρηνικό κίνημα στο Σύνταγμα να επιβάλει τα γενικόλογα αιτήματά του («έξω η τρόικα, έξω τα Μνημόνια» κ.λπ.), που δεν ήταν όμως παρά ευχολόγια εφ' όσον δεν προέβλεπαν συγκεκριμένα αποτελεσματικά μέσα για την επίτευξή τους. Καμία άλλωστε χούντα δεν έπεσε στην Ιστορία με χορούς και τραγούδια στην πλατεία ή με ειρηνικές περικυκλώσεις των κέντρων εξουσίας (οι Μουμπάρακ και Μπεν Αλι έπεσαν, γιατί την έξωσή τους ενέκρινε και η υπερεθνική ελίτ, ενώ ο Γιωργάκης είναι «ο άνθρωπός τους στην Αθήνα»!).
Ούτε βέβαια καμία περιφερειακή χώρα ξεπέρασε την καπιταλιστική κρίση της εφαρμόζοντας τις «ασπιρίνες» των «ειδικών» της ρεφορμιστικής Αριστεράς, τους οποίους καλούσε δήθεν η Λαϊκή Συνέλευση στην παρωδία Αμεσης Δημοκρατίας που στήθηκε στο Σύνταγμα (αλλά στην πραγματικότητα καλούσαν οι «ανοικτές» επιτροπές που επάνδρωναν στελέχη της Αριστεράς αυτής).
Δηλαδή, τα γιατροσόφια που αποπροσανατόλιζαν τα λαϊκά στρώματα με ανώδυνες (για τις ελίτ) ανοητολογίες ότι η κρίση οφείλεται στο xρέος (δηλαδή στο σύμπτωμά της) και ότι το μόνο που χρειάζεται είναι να παλέψουμε για το λογιστικό έλεγχό του, ώστε να μάθουμε ποιο τμήμα του είναι παράνομο -λες και για το υπόλοιπο χρέος, που θα το έβρισκε «νόμιμο», ρώτησε κανένας τα λαϊκά στρώματα!
Οσον αφορά το πώς θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε τα καταστροφικά μέτρα και την ίδια τη χούντα που τα υιοθέτησε, που κατά τη γνώμη μου περνά μέσα από γενική απεργία διαρκείας η οποία θα οργανωθεί «από κάτω», θα επανέλθω στο επόμενο.