ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ στο πέτρινο πεζούλι
αντικρύ του πελάγους η Μυρτώ να στέκει
σαν ωραίο οκτώ ή σαν κανάτι
με την ψάθα του ήλιου στο ένα χέρι
Στη Μυρτώ και το Δημήτρη που τους αρέσει:
Της αγάπης αίματα * με πορφύρωσαν
Και χαρές ανίδωτες * με σκιάσανε
Οξειδώθηκα μες στη * νοτιά
* των ανθρώπων
Μακρινή Μητέρα * Ρόδο μου Αμάραντο
Στ' ανοιχτά του πέλαγου * με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες * και μου ρίξανε
Αμαρτία μου να 'χα * κι εγώ
* μιαν αγάπη
Μακρινή Μητέρα * Ρόδο μου Αμάραντο
Τον Ιούλιο κάποτε * μισανοίξανε
Τα μεγάλα μάτια της * μες στα σπλάχνα μου
Την παρθένα ζωή μια * στιγμή
* να φωτίσουν
Μακρινή Μητέρα * Ρόδο μου Αμάραντο
Κι από τότε γύρισαν * καταπάνω μου
Των αιώνων όργητες * ξεφωνίζοντας
«Ο που σ' είδε, στο αίμα * να ζει
* και στην πέτρα»
Μακρινή Μητέρα * Ρόδο μου Αμάραντο
Της πατρίδας μου πάλι * ομοιώθηκα
Μες στις πέτρες άνθισα * και μεγάλωσα
Των φονιάδων το αίμα * με φως
* ξεπληρώνω
Μακρινή Μητέρα * Ρόδο μου Αμάραντο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου