ΕΛΛΗΝΙΚΑ και ΔΙΕΘΝΗ " ΕΛΟ "
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΛΟ Α' ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2015
* Όλοι σκακιστές και σκακίστριες (κατά ΕΛΟ)
* Όλοι σκακιστές και σκακίστριες (κατά σύλλογο)
* Νέοι και νέες (έως 20 ετών)
* Αναζήτηση Ελληνικού ΕΛΟ
ΔΙΕΘΝΗ ELO ΙΟΥΝΙΟΥ 2015
* Όλων, σκακιστών, σκακιστριών και νέων έως 20
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΛΟ Α' ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2015
* Όλοι σκακιστές και σκακίστριες (κατά ΕΛΟ)
* Όλοι σκακιστές και σκακίστριες (κατά σύλλογο)
* Νέοι και νέες (έως 20 ετών)
* Αναζήτηση Ελληνικού ΕΛΟ
ΔΙΕΘΝΗ ELO ΙΟΥΝΙΟΥ 2015
* Όλων, σκακιστών, σκακιστριών και νέων έως 20
aaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaaa
Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011
ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΒΙΑΣΕΣΑΙ ΝΑ ΚΡΙΝΕΙΣ ΚΑΠΟΙΟΝ
Τον καιρό που τα παγωτά ήταν πιο φθηνά απ’ότι σήμερα, ένα παιδάκι δέκα ετών μπήκε στο ζαχαροπλαστείο και κάθησε σ’ένα τραπέζι.
Η σερβιτόρα τον σέρβιρε μ΄ένα ποτήρι νερό.
’’Πόσο κάνει ένα παγωτό σοκολάτα και με αμύγδαλα από επάνω;’’τη ρώτησε το παιδί.
’’Εξήντα δραχμές ‘’απάντησε εκείνη.
Το παιδί έβγαλε από την τσέπη μία χούφτα νομίσματα και άρχισε να μετράει.
’’Και πόσο κάνει χωρίς αμύγδαλα;’’ρώτησε πάλι σχεδόν ντροπιασμένος.
Η σερβιτόρα τον σέρβιρε μ΄ένα ποτήρι νερό.
’’Πόσο κάνει ένα παγωτό σοκολάτα και με αμύγδαλα από επάνω;’’τη ρώτησε το παιδί.
’’Εξήντα δραχμές ‘’απάντησε εκείνη.
Το παιδί έβγαλε από την τσέπη μία χούφτα νομίσματα και άρχισε να μετράει.
’’Και πόσο κάνει χωρίς αμύγδαλα;’’ρώτησε πάλι σχεδόν ντροπιασμένος.
Άλλοι πελάτες περίμεναν να δώσουν παραγγελία και η κοπέλα άρχισε να χάνει την υπομονή της.’’Σαράντα πέντε δραχμές’’του είπε κάπως απότομα.
Το παιδί άρχισε να μετράει πάλι τα νομίσματα και είπε αποφασιστικά:
’’Θέλω ένα παγωτό σοκολάτα χωρίς αμύγδαλα από επάνω’’. Η σερβιτόρα σε λίγο του έφερε τη παραγγελία μαζί με την απόδειξη.
Το παιδί έφαγε το παγωτό,πλήρωσε στο ταμείο και έφυγε.
Όταν η σερβιτόρα ήρθε να μαζέψει κόμπιασε και τα μάτια της δάκρυσαν.
Εκεί δίπλα από το άδειο πιατάκι και το ποτήρι με το νερό βρισκόνταν, όμορφα τακτοποιημένα, νομίσματα αξίας δεκαπέντε δραχμών.
Ήταν το φιλοδώρημά της (συνεπώς το παιδί είχε χρήματα για να βάλει και αμύγδαλα από πάνω, αλλά δεν θα είχε να της αφήσει κάτι και ούτε θύμωσε για την αγένειά της).
Εκεί δίπλα από το άδειο πιατάκι και το ποτήρι με το νερό βρισκόνταν, όμορφα τακτοποιημένα, νομίσματα αξίας δεκαπέντε δραχμών.
Ήταν το φιλοδώρημά της (συνεπώς το παιδί είχε χρήματα για να βάλει και αμύγδαλα από πάνω, αλλά δεν θα είχε να της αφήσει κάτι και ούτε θύμωσε για την αγένειά της).
Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011
ΤΣΙΧΛΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
Ένα ακόμη παιδί του σκακιστικού τμήματος έχει από χθές διεθνές ELO 1401. Ο Χρήστος είναι το 6ο (γηγενές) παιδί του τμήματος που βγάζει διεθνές ELO μέσα στο σύλλογο.
Καθυστερημένα βέβαια (έπρεπε να το έχει από τον Σεπτέμβριο) εξαιτίας της κατ' εξακολούθηση διαφορετικής αναγραφής του ονόματός του σε διάφορα τουρνουά που έπαιρνε μέρος, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται με δύο κωδικούς FIDE (FIDE ID's) και έτσι δεν συμπλήρωνε τους 9 αγώνες που είναι απαραίτητοι βάσει του κανονισμού "FIDE Rating".
Τα "άχρηστα" στατιστικά (για ορισμένους) του παρόντος ιστολογίου που κρατάμε σχετικά συστηματικά και οργανωμένα για τα παιδιά του τμήματος (άν και όχι τοσο πολύ αναλυτικά) έδωσαν το υλικό για την διόρθωση του λάθους.
Τέλος πάντων, τέλος καλό όλα καλά.
Ευχόμαστε στον Χρήστο καλή συνέχεια και σε ανώτερα.
Μια "καλοκαιρινή" παρτίδα του Χρήστου:
Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011
ΝΕΟΣΚΛΑΒΟΙ
Ο που γεννηθεί στη φυλακή, τη φυλακή θυμάται, λέει μια σοφή λαϊκή ρήση και αυτό είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα του νεοέλληνα εδώ και μερικές δεκαετίες. Από αυτό ξεκινάνε όλα. Πολύ περισσότερο η πλαστή ευημερία και η τεχνητή κρίση.
Απομακρύνθηκε ο νεοέλληνας από τη φύση, από τη γη, άφησε πίσω την αυτονομία και την ελευθερία του και ανήγαγε ξαφνικά σε μέγιστο ιδανικό την εξάρτηση και την έμμισθη σκλαβιά. Τη μόνιμη ενοικίαση του εαυτού του σε έναν ιδιωτικό ή δημόσιο εκμισθωτή. Για να ζήσει δήθεν καλύτερα. Και όσο πιο μόνιμη η σκλαβωμένη σχέση του με τον εκμισθωτή τόσο πιο ασφαλής άρχισε να νιώθει. Καλύτερα σε μόνιμο κλουβί με την τροφή να πέφτει μέσα στην ταΐστρα βρέξει χιονίσει παρά ελεύθερος έξω να πρέπει να πασχίσει για να ζήσει. Η πρώτη αυτή γενιά σκλάβων είχε ανάμνηση ελευθερίας μα υπέκυψε, ξεπουλήθηκε από ανάγκη ή αδυναμία αντίστασης σε κάποιες σειρήνες.
Κι ύστερα όλοι αυτοί οι νεοσκλάβοι γεννήσανε. Τα παιδιά τους γεννηθήκανε στο κλουβάκι. Μάθανε από μικρά πως κάποιος έχει εκμισθώσει τους γονείς και έτσι μόνο έρχεται στο σπίτι η ευημερία, έτσι μόνο μπορεί να επιβιώσει ο άνθρωπος.... Κι αρχίσανε να ανταγωνίζονται μεγαλώνοντας για το ποιο σκλαβάκι θα πάρει δήθεν τα πιο πολλά πτυχία – εφόδια για να μπορέσει να νοικιάσει τον εαυτό του κι αυτό πιο εύκολα και με πιο καλούς όρους, δήθεν, σε κάποιον, για να εξασφαλίσει έτσι τα προς το ζην κι αυτό. Ακόμα ακόμα κι εκείνοι που δεν είχαν δυνατότητες για να πάρουν χαρτιά και πτυχία, βρήκανε τους τρόπους να σκλαβωθούν. Με μέσον. Πήγανε οι γονείς και πιάσανε τον Βουλευτή. Σε παρακαλώ βάλε το παιδί μου κάπου. Σκλάβωσε το βλαστάρι μου. Αρκεί να πέφτει το μηνιάτικο, να ζει. Και φτιάξαμε μια κοινωνία φυλακισμένων. Με όσο πιο μόνιμο κλουβί να τους φυλακίζει τόσο πιο ασφαλείς να νιώθουνε οι ίδιοι μέσα. Και έτσι, άλλοι από τους νοικιασμένους σκλάβους είναι ευχαριστημένοι μες στο κλουβί, άλλοι μιζεριάζουνε, αλλωνών η ψυχή τους πετά και λαχταρά μια ελευθερία την οποία ενστικτωδώς ψυχανεμίζονται αλλά ποτέ δεν έχουν βιώσει κι άλλοι, οι χειρότεροι, κάθονται μέσα στο κλουβί και στον ελεύθερο χρόνο τους πουλάνε θεωρία επανάστασης, δήθεν για να τσακίσουνε τα κάγκελα που μόνοι τους μπήκανε μέσα.
Η όρνιθα που έχει γεννηθεί από κλωσσομηχανή ποτέ δεν κάθεται να κλωσσήσει. Δεν ξέρει τι σημαίνει γέννα. Αμολάει διακόσια αυγά και πεθαίνει. Πεθαίνει δίχως να ’χει μάθει να ζει. Έτσι είναι πλέον οι νέοι έλληνες. Γεννηθήκανε σκλάβοι και γεννάνε σκλάβους. Εξαρτηθήκανε και γεννάνε εξαρτώμενους. Τα παιδιά τους την ελευθερία τη μάθανε μονάχα σαν λέξη στο γυμνάσιο για να τη γράφουνε στις εκθέσεις μήπως πιάσουνε καλό βαθμό και πάρουνε περισσότερα εφόδια στη ζωή για να βρούνε πιο εύκολα κλουβί να μπούνε μέσα.
Και αφού απομακρυνθήκανε λοιπόν από τη γη, το ρίξανε (κάποιοι) στην τέχνη. Γίνανε αναγνώστες, ακροατές, θεατές των έργων τέχνης που δημιουργούν όσοι, λιγοστοί, ζούνε ακόμα ελεύθεροι, όσων η ψυχή δεν αντέχει το κλουβί. Αν δεν ήταν οι άνθρωποι σκλάβοι, δεν θα ευδοκιμούσαν οι τέχνες διότι η πιο μεγάλη τέχνη είναι στο να ζεις. Κι αν τύχει να γνωρίσουν προσωπικά έναν δημιουργό, του λένε όλοι τι τυχερός που είναι που ζει έτσι. Μα δεν είναι τύχη, είναι επιλογή. Επιλογή ελευθερίας δίχως μηνιάτικο σκλαβιάς σε μια κοινωνία που έχει θέσει τον μισθό πάνω από κάθε αξία. Πονάει ο καλλιτέχνης, φτύνει αίμα για να είναι λεύτερος κι οι άλλοι τον λένε τυχερό και ξεμπερδεύουνε με όλα. Έτσι είναι τα πράγματα. Απλά.
Και τώρα ήρθε η κρίση η τεχνητή. Διότι τα κοτόπουλα της κλωσσομηχανής γεννήσανε πλέον τα διακόσια τους αυγά το καθένα, έγινε η απόσβεση και πρέπει τώρα να σφαγιαστούν, για να πουληθεί και το κρέας. Και τα ’χει πιάσει άγχος μέσα στο κλουβί, τι θα απογίνουνε, το νιώθουνε το τέλος. Κι αρχίσανε λοιπόν να ακούγονται οι πρώτες φωνές για απόδραση πίσω στο χωριό, στο κτήμα του παππού, μα ακόμα φιλολογικά το λένε οι πιο πολλοί, ούτε το πιστεύουν, ούτε τα κότσια έχουνε για να το πράξουν. Θα ’ρθει όμως η ώρα που θα νιώσουν πως μόνο αυτό τους απομένει πια. Κι όσοι έχουνε κρατήσει κάποια επαφή με τη γη, θα ζήσουνε. Οι υπόλοιποι θα γίνουνε τα θύματα μιας σύγχρονης σφαγής δίχως γιαταγάνια.
Αναδημοσίευση από blog (ksipnistere.blogspot.com)
Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΦΡΑΝΚ
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω κατά πόσο έχει βάση ο ισχυρισμός ότι το υπόψη βιβλίο είναι το δεύτερο πλέον διαβασμένο ανάγνωσμα στην Ευρώπη (μετά από τη Βίβλο). Σίγουρο είναι όμως ότι το βιβλίο είναι εξαιρετικό και το συνιστούμε να το έχουν στη βιβλιοθήκη τους και να το διαβάσουν όλα τα παιδιά.
Η συγγραφέας Άννα Φράνκ όταν το έγγραψε ήταν παιδί, ένα παιδί όμως με σπάνια ωριμότητα και εξαιρετικές ευαισθησίες και που κατάφερε να γράψει το καλύτερο βιβλίο που έγραψε ποτέ παιδί. Αρχίστε την ανάγνωση τώτα και δεν θα το μετανοιώσετε! Οι ώρες που θα αφιερώσετε θα είναι από τις πιό ευχάριστες που έχετε ποτέ περάσει σε ανάλογη δραστηριότητα!
Η συγκλονιστική ιστορία της Άννας Φρανκ
Η Άννα Φρανκ (Anneliese Marie (Anne) Frank, 12 Ιουνίου 1929 στην Φρανκφούρτη -Φεβρουάριος ή Μάρτιος 1945 στο Μπέργκεν-Μπέλσεν) ήταν μια γερμανίδα Εβραιοπούλα που έγραψε ένα ημερολόγιο ενώ κρυβόταν, μαζί με τους δικούς της και τέσσερις οικογενειακούς φίλους, σε ένα σπίτι στο Άμστερνταμ κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής της Ολλανδίας.
Η οικογένειά της είχε μετακομίσει στο Άμστερνταμ όταν οι Ναζί πήραν την εξουσία στη Γερμανία, αλλά παγιδεύτηκε όταν η κατοχή επεκτάθηκε και στην Ολλανδία. Καθώς οι διώξεις των Εβραίων εντάθηκαν, η οικογένεια άρχισε τον Ιούλιο του 1942 να κρύβεται σε μυστικά δωμάτια του γραφείου του πατέρα, Όττο Φρανκ. Μετά από δυο χρόνια τους κατέδωσαν, και η οικογένεια στάλθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η Γκεστάπο λεηλάτησε τη σοφίτα, όπου κρυβόταν η οικογένεια της αφήνοντας ανάκατα στο πάτωμα περιοδικά, βιβλία, εφημερίδες κτλ. Λίγες μέρες αργότερα, μια καθαρίστρια βρήκε ανάμεσα τους το ημερολόγιο της Άννας. Χωρίς να ξέρει τι ήταν, το παρέδωσε στη Μιπ και τη Έλλη, δυο κορίτσια, που η βοήθειά τους στις Εβραϊκές οικογένειες δεν αποκαλύφθηκε ποτέ.
Η Άννα και η αδερφή της, Μαργκό μεταφέρθηκαν, δυο μήνες πριν το θάνατο της μητέρας τους, στο γερμανικό στρατόπεδο Μπέργκεν – Μπέλσεν. Εκεί, η Άννα έδειξε το ίδιο κουράγιο και καρτερικότητα που την είχαν κάνει γνωστή στο Άουσβιτς. Τον Φεβρουάριο του 1945 και τα δυο κορίτσια αρρώστησαν από τύφο. Μια μέρα, η Μαργκό, προσπαθώντας να σηκωθεί από το κρεβάτι της, που βρισκόταν ακριβώς πάνω από το κρεβάτι της Άννας, έχασε την ισορροπία της και έπεσε κάτω. Στην κατάσταση που βρισκόταν, ο οργανισμός της δεν άντεξε το σοκ. Ο θάνατος της αδερφής της προκάλεσε στην Άννα αυτό που όλα τα προηγούμενα βάσανα της δεν μπόρεσαν να προκαλέσουν: έσπασε το ηθικό της. Λίγες μέρες αργότερα, στις αρχές Μαρτίου, πέθανε.
Ο πατέρας της, Όττο, ο μόνος που επέζησε από τους οκτώ της σοφίτας, γύρισε μετά το τέλος του πολέμου στο Άμστερνταμ, όπου ανακάλυψε ότι το ημερολόγιό της είχε περισωθεί. Πεπεισμένος ότι αποτελούσε μοναδική μαρτυρία, προχώρησε στην έκδοσή του. Το ημερολόγιο εκδόθηκε αρχικά στην αγγλική γλώσσα, με τον τίτλο The Diary of a Young Girl (Το Ημερολόγιο μιας Νεαρής Κοπέλας).
Το ημερολόγιο, που είχε δοθεί στην Άννα σαν δώρο για τα δέκατα τρίτα γενέθλιά της, περιγράφει τα γεγονότα της ζωής της από τις 12 Ιουνίου 1942 μέχρι την τελευταία μέρα πουν έγραψε σ' αυτό, την 1 Αυγούστου 1944. Γραμμένο στα Ολλανδικά, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες κι έγινε ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία του κόσμου.
Διασκευάστηκε για την τηλεόραση, τον κινηματογράφο, το θέατρο, ακόμα και για την όπερα. Το βιβλίο δίνει μια λεπτομερή περιγραφή της καθημερινής ζωής κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής• μέσω των γραπτών της, η Άννα Φρανκ έγινε ένα από τα πιο γνωστά θύματα του Ολοκαυτώματος.
Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011
Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΦΗΜΕΡΟΥ ΝΗΣΙΟΥ
Αναδημοσίευση από " ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ".
Το Καβάτσι, υποθαλάσσιο ηφαίστειο στα βάθη του Ειρηνικού Ωκεανού κοντά στα νησιά του Σολομώντα, έγινε πριν λίγο καιρό γνωστό όταν η κάμερα του BBC Εarth κατέγραψε , για πρώτη φορά στην ιστορία του πλανήτη, τη σκληρή μάχη που διεξάγει εδώ και 72 χρόνια με τον ωκεανό στην προσπάθειά του να δημιουργήσει μέσα από τις «στάχτες» του ένα νέο νησί.
Από το 1939, χρονιά της πρώτης καταγεγραμμένης έκρηξης και μέχρι σήμερα, το Καβάτσι έχει προσπαθήσει 12 φορές να διαλύσει την κυριαρχία του ωκεανού. Το κατάφερε μόνο μία. Το δημιούργημά του ήταν ένα νησί μήκους 1 χιλιομέτρου, ένα εφήμερο νησί, που τελικά υπέκυψε στη σφοδρή αντίδραση του ωκεανού.
Το Καβάτσι, όμως, επιμένει γιατί ξέρει ότι η λάβα μπορεί να νικήσει το νερό.
Δείτε το εντυπωσιακό video:
Ετικέτες
ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ,
ΗΦΑΙΣΤΕΙΟ,
ΚΑΒΑΤΣΙ,
ΦΥΣΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ
Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011
CARLSENIKH
Από τον 8ο γύρο του φετινού τουρνουά στο c, όπου παίχθηκε μια Najdorf (Σικελική) και από νωρίς ο Carlsen έδειξε ότι είναι αποφασισμένος να νικήσει (με την κίνησή του 9.g4).
Εξαιρετικά διδακτική παρτίδα.
ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ
Παίζει ο Λευκός και νικάει (βρείτε τις 15 πρώτες κινήσεις):
Λύση (σέρνοντας το κέρσορα ανάμεσα στις αγκύλες):
{1. Kb2 g2 2. Bd3+ Ka4 3. Be4 g1=Q 4. Bc6+ b5 5. Be4 Qg2+ 6. Bc2+ Qxc2+ 7. Kxc2 b4 8. c4 b3+ 9. Kb2 Kb4 10. c5 a4 11. c6 a3+ 12. Kb1 Kc3 13. c7 a2+ 14. Ka1 Kxd4 15. c8=Q Kd3 με εύκολη νίκη του Λευκού σε λίγες επιπλέον κινήσεις) }
Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011
ΣΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ
Το αποτέλεσμα του αγώνα ΖΗΝΩΝ ΓΛΥΦΑΔΑΣ - ΣΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ (2ος γύρος ΠΟΑ, 23.1.2011): 8-4.
Ανεξαρτήτως του σημερινού αποτελέσματος πιστεύουμε ότι ο ΣΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ είναι πράγματι από τους καλύτερους σκακιστικούς συλλόγους της Ατικής: Μεταξύ των άλλων για την πληθώρα των σημαντικών σκακιστικών τουρνουά που διοργανώνει συστηματικά (νεανικών Κυριακών, blitz, rapid, για παίκτες με ΕΛΟ μεγ. από 1900, για παίκτες με ΕΛΟ μικρ. από 1900, κ.λ.π.) δίνοντας τη δυνατότητα στους σκακιστές της Αττικής να εξασκούνται, για τις σημαντικές διαλέξεις σπουδαίων Ελλήνων σκακιστών, για τις εμβριθείς σκακιστικές αναλύσεις που δημοσιεύει στο ιστολόγιό του, για τα σκακιστικά του μαθήματα σε μικρούς αλά και σε ενήλικες που απ' ότι βλέπουμε "πιάνουν τόπο", για την σωστή "παρέα" που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στα μέλη του (που είναι σίγουρα το κλειδί της επιτυχίας σε κάθε ερασιτεχνικό αθλητικό ή καλλιτεχνικό σωματείο), αλλά κυρίως (και είναι είναι γνωστό το πόσο είμαστε ευαίσθητοι σ' αυτό το ζήτημα) για την αναπτυξιακή του προσπάθεια που κάνει εδώ και 2-3 χρόνια. Δεν είναι τυχαίο ότι δύο από τα παιδιά του που έπαιξαν σήμερα έως αργά το μεσημέρι στις σκακιέρες 11 και 12 (στον παραπάνω αγώνα), συμμετείχαν τα απόγευμα και στο προγραμματισμένο σκακιστικό τουρνουά της σημερινής ¨ΝΕΑΝΙΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ" (παίζοντας άλλους 6 αγώνες blitz!) που διοργάνωσε ο σύλλογος.
Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες δεκαετίες ο μεγαλύτερος δήμος της Ελλάδας δεν αντιπροσωπεύεται σκακιστικά όπως του αρμόζει. Ο ΣΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ θα τον βγάλει ασπροπρόσωπο.
Συγχαρητήρια και προβλέπουμε την σπουδαία μελλοντική του πορεία (χωρίς δεκανίκια, αλλά με παίκτες δικούς του που θα αναδειχθούν σταδιακά) αν συνεχιστεί η προσπάθεια αυτή.
Ετικέτες
ΖΗΝΩΝ ΓΛΥΦΑΔΑΣ,
ΜΠΟΥΖΑ(ΜΥΡΤΩ),
ΠΑΡΤΙΔΑ,
ΣΚΑΚΙ,
ΣΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ,
ΦΙΛΑΝΟΥ(ΕΛΕΝΗ)
Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011
ΜΝΗΜΟΝΕΥΕΤΕ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ
ΤΟ 2011 ανακηρύχθηκε από το υπουργείο πολιτισμού 'Έτος Ελύτη" για την συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννησή του.
Συμπληρώθηκαν επίσης φέτος τα 100 χρόνια από τον θάνατο του μεγαλύτερου Έλληνα διηγηματογράφου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
«Όταν βρίσκεστε σε δύσκολες στιγμές, αδελφοί, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό, μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη ….», μας προτρέπει ο Οδυσσέας Ελύτης.
Άς το κάνουμε στην παρούσα ανάρτηση με την μνημόνευση ενός εκτεταμμένου διηγήματός του.
Καλή ανάγνωση.
Βαρδιάνος στα σπόρκα
Πίσω, εις τες Πλάκες, επάνω εις ένα βράχον ριζωμένον εις την θάλασσαν, εκεί ήτο το σπιτάκι της θεια-Σκεύως της Γιαλινίτσας. Ο βράχος έβλεπε προς μεσημβρίαν, και από το έν μέρος επρόβαλλε το πρωί ο ήλιος, ανάμεσα από τρία νησάκια και από μίαν υψηλήν λευκήν κορυφήν, χρυσώνων με τας ακτίνας του όλα, το πράσινον της θαμνοσκεπούς και σχοινοφύτου ακτής, κλειούσης ανατολικώς τον λιμένα, την θάλασσαν ρυτιδουμένην και φωσφορίζουσαν εις χιλίας μυριάδας υγρών πτυχών, πλήττουσαν τα Μυρμήκια, υφάλους μόλις ανεχούσας από το κύμα, το Δασκαλειό, μικρόν φαιοπρασινίζον νησίδιον, και το ογκώδες και άκομψον Μπούρτσι· χρυσώνων τα κατάρτια και τας κεραίας και τα εξάρτια των πλοίων, κατά τας ημέρας του χειμώνος, όταν ολίγα τούτων παρεχείμαζον εις τον λιμένα. Από το άλλο μέρος εβασίλευε το βράδυ, σπεύδων να κρυβεί όπισθεν του βαθυπρασίνου βουνού, της Πευκόρραχης, αφήνων τα δένδρα να σείωνται ελαφρώς από την αύραν, και τα αόρατα εκείνα μυρία έντομα να τρύζωσι μελαγχολικώς εις το βαθύ σκότος.
Εις μήκος πεντακοσίων βημάτων προς το πέλαγος εξηπλούντο, προκύπτουσαι από της ακτής, οι Πλάκες, μακρός λαιμός εντός της θαλάσσης, απολήγων ένθεν και ένθεν εις τον Μεγάλον Κάππαριν, εις τον Μικρόν Κάππαριν, εις τον Μύτικα, και εις το μονήρες και πελαγωμένον Κατεργάκι, τα μεν υψηλούς ορθίους βράχους, τα δε μάρμαρα χθαμαλά, αλίπληκτα, πότε λουόμενα εις το κύμα, πότε θερμαινόμενα εις τον ήλιον. Τα μάρμαρα ή αι πλάκες αύται εχρησίμευον διά τας πτωχάς γυναίκας να λευκαίνωσι τα ακέραια υφαντά πανιά, να πλύνωσι τα σπάργανα, τα σινδόνια, και τα ράκη των εις το κύμα, και να τα ξεγλυκαίνωσιν είτα εις το γλυφόν νερόν, το ρέον από τινος ρωγμής αναμέσον του κρημνού, οι δε βράχοι, εχρησίμευον εις τα παιδία της γειτονιάς να «δίνουν βουτιά» ή να «δίνουν παλούκια», να πηδώσι δηλαδή με την κεφαλήν ή με τους πόδας εις το κύμα, όταν εκολύμβων το θέρος, τα μεν αρχοντόπουλα άπαξ της ημέρας, τα δε πρωχόπαιδα δεκάκις της ημέρας, από πρωίας μέχρις εσπέρας με μικρά διαλείμματα. Και δεν ήτο του τυχόντος πρωτοπείρου να δώσει «βουτιά» ή και «παλούκια» από τον Μύτικα και από τους δύο Καππάρεις. Υπήρχε βαθμολογία ακριβής, αυστηρά, από γενεάς εις γενεάν παραδιδομένη και απαρεγκλίτως τηρουμένη μεταξύ των διαφόρων ομάδων των μαθητών του Ελληνικού σχολείου, ως και των παιδίων του δρόμου.
Ο αρχάριος ώφειλε κατ’ αρχάς να «δώσει» από την Βεργούλα, μικρόν βράχον μόλις ανίσχοντα της θαλάσσης· ακολούθως, άμα έπλεε καλώς και ηδύνατο να φθάνει εις το Κατεργάκι, το οποίον απείχε τρεις οργυιάς από τες Πλάκες, και ευρίσκετο εις τα νερά δύο οργυιών βάθους, του επετρέπετο να «δώσει» από το Κατεργάκι, το οποίον ήτο κατά τι υψηλότερον του πρώτου βράχου. Κατόπιν, αφού ησκείτο αρκετά, ηδύνατο να «δώσει» από τον μικρόν Κάππαριν. Εννοείται ότι η βουτιά ήρχετο κατά ένα βαθμόν οψιμωτέρα από τα παλούκια· όταν δηλαδή ο μαθητευόμενος ήρχιζε να πηδά ορθός από τον μικρόν Κάππαριν, τότε ήρχιζε συγχρόνως να πηδά κατακεφαλής από το Κατεργάκι, και ούτω καθεξής. Είτα, όταν μετέβαινεν εις τον Μύτικα, τότε ήρχιζε να «δίνει βουτιά» από τον μικρόν Κάππαριν. Και τέλος όταν επροβιβάζετο εις τον μέγαν Κάππαριν, τότε «έδιδε βουτιά» από τον Μύτικα. Άμα δ’ έφθανέ τις εις τον βαθμόν να δίδει κατ’ αρχάς παλούκια, είτα βουτιά από τον μέγαν Κάππαριν, τότε πλέον εξεσκολούσε από τες Πλάκες, από τον Μώλον, από το Κοχύλι και όλους αυτούς τους κολπίσκους και τους βράχους της ακρογιαλιάς, και ώφειλε του λοιπού να εκτελεί επιδρομάς εις τα καράβια, ν’ αναρριχάται διά των πλευρών ή των αλύσεων εις το κατάστρωμα, ν’ ανέρχηται διά των εξαρτίων εις τας κεραίας και να δίνει από το μπαστούνι κατ’ αρχάς, είτα από τον τρίγκον και τελευταίον από τον παπαφίγκον. Και ταύτα, με όλας τας βραχνάς κραυγάς του πλοιάρχου, από την παραθαλασσίαν αγοράν, του μούτσου από την πρύμνην και του σκύλου από την πρώραν, οίτινες έκραζον όλοι με μίαν φωνήν:«Στο γιαλό, κανάγια, στο γιαλό!»
Από το εν μέρος των Πλακών, έκειτο η Σπηλιά, εσοχή του βράχου προς την ξηράν υπεράνω του οποίου εκρέμαντο ως εναέρια τα σπιτάκια της φτωχολογιάς, αραδιασμένα, εύρυθμα εν τη αταξία, πάλλευκα από άφθονα ασβεστώματα· από το άλλο μέρος εξετείνετο το Κοχύλι, άλλος πλατύς λαιμός προέχων εις το πέλαγος, επάνω του οποίου εφαίνετο μικρός ανεμόμυλος με έν μισοφαγωμένον πανίον, με δύο γεράς πτέρυγας και με μίαν μισοσπασμένην, πληττομένας ραγδαίως υπό του ανέμου· κι εκείθεν του βράχου προς δυσμάς έκειντο τα Μνημούρια της πολίχνης, όπου εκοιμώντο τον χρόνιον ύπνον όσοι είχον ζήσει ποτέ…
Ανάμεσα εις τες Πλάκες και εις την Σπηλιά, προς ανατολάς, ευρίσκετο ο αρσανάς των Μαθιναίων, παλαιόν κτίριον, τρίπατον, παραπλήσιον με τους μοναστηριακούς αρσανάδες του Αγίου Όρους. Διά να καταβεί τις από τον βράχον και να φθάσει εις την άμμον της ακρογιαλιάς, δεν είχεν ανάγκην να τρεμουλιάσουν τα γόνατά του, το οποίον θα συνέβαινεν αν κατήρχετο διά της κρημνώδους και στενής ατραπού, αοράτου εις το βλέμμα και μόλις βατής εις τον πόδα. Τα τρία πατώματα του αρσανά ηνώνοντο το έν με το άλλο από τρεις καραβίσες σκάλες. Η πρώτη ήρχιζεν από την σκεπήν, διά του φεγγίτου, και κατήρχετο εις το άνω πάτωμα, η δευτέρα έφθανεν εις το μεσαίον πάτωμα, και η τρίτη εις το ισόγειον, το γυμνόν έδαφος της γης. Εις το άνω πάτωμα ερροκάνιζαν και επριόνιζαν ξύλα, εις το δεύτερον επελεκούσαν στραβόξυλα, και εις το ισόγειον εσκάρωναν βάρκες.
Έξω του αρσανά, επί της άμμου, στενής όσον διά να σύρει τις ψαράδικην τράταν και την διπλαρώσει κατά μήκος του βράχου, ήσαν σκαρωμένα, πότε δύο βάρκες, πότε μικρόν τρεχαντήρι, πότε κότερον· πας εμποροπλοίαρχος από το Τρίκερι και από τον Κισσόν, από την Ζαγοράν και από τον Λαύκον, κάποτε από το Λιτόχωρον και από τα χωρία της Κασσάνδρας, καταπλέων εις την νήσον τον χειμώνα, έδιδε παραγγελίαν εις τους Μαθιναίους να του ναυπηγήσουν βάρκαν ή τσερνίκι, μαούναν ή κότερον, βρατσέραν ή τράταν, άφηνε πέντε λίρας διά καπάρον, απέπλεεν ήσυχος, επανήρχετο το θέρος και εύρισκε την παραγγελίαν του τελειωμένην. Αλλ’ ο γερο-Μαθινός, μετά των υιών του, έχοντες από γενεών φήμην καλών ναυπηγών, είχον να παλαίσωσι προς την Νοτιάν, ήτις έπιανεν όχι μετρίως εις την ακρογιαλιάν εκείνην. Μέσα το ισόγειον του αρσανά δεν εχώρει προς ναυπήγησιν μαγαλυτέρου πλοίου· έξω τα μολυβδόχροα, μονότονα και μελαγχολικά κύματα της Νοτιάς ηπείλουν ν’ αρπάσωσι προώρως την βρατσέραν ή το τσερνίκι, την μαούναν ή το κότερον, τα οποία ο γερο-Μαθινός είχε σκαρωμένα επί της αμμουδιάς. Η σκαρωμένη σκάφη συνέδεεν ούτω πρόωρον γνωριμίαν με το κύμα, εγεύετο το δριμύ της άλμης, εκυματοποτίζετο κι εθαλασσοδέρνετο, και ο γερο-Μαθινός, όστις ήξευρε καλά την τέχνην του, είχε τους πάλους εμπηγμένους βαθιά κάτου εις την γην, υπό το επίστρωμα της πυκνής και πατημένης λεπτής άμμου, και η Νοτιά με όλην την ύπουλον μανίαν και το φούσκωμά της δεν ήτο ικανή να του αρπάσει το σκαρί του, το έργον των χειρών του, από τας αγκάλας του. Ο αρσανάς ήτο κτισμένος σύρριζα εις τον βράχον από τριών ή τεσσάρων γενεών, και κατ’ εκείνον τον χρόνον η λωρίς της άμμου θα ήτο πολύ πλατυτέρα· αλλ’ η θάλασσα είχε φάει εν τω μεταξύ μέρος του βράχου, και η λωρίς είχε καταστεί παραπολύ στενή.
Σύρριζα εις τον βράχον, απ’ επάνω από τον αρσανάν του γερο-Μαθινού, ήτο κτισμένον και το σπιτάκι της γριάς Σκεύως της Γιαλινίτσας. Την πρωίαν εκείνην άμα εξύπνησεν, εστάθη κι έκαμε τον σταυρόν της εμπρός εις την Παναγίτσαν της, Παναγίτσαν ίσην με το μέτωπον μικράς τριετούς κόρης, μικράν Παναγίτσαν ασημωμένην· της την είχε φέρει ο μακαρίτης ο άνδρας της από την Ρωσίαν, τον καιρόν εκείνον όταν οι ναύται έκαμναν ταξίδια εις την Ρωσίαν και έφερναν καλούδια απ’ εκεί· και εμπρός εις το μικρόν εικόνισμα του Αγίου Νικολάου, με το στεφάνι, το Ευαγγέλιον και το επιγονάτιον ασημωμένα, εικόνισμα ίσον κατά το σχήμα με Τετραβάγγελον του κόρφου. Όταν είχε ξεπέσει ο μακαρίτης ο άνδρας της, και από σκούναν, οποίαν είχε πριν, απέκτησε μίαν βάρκαν, διά να ψαρεύει και κουβαλεί ξύλα από το Καλαμάκι και από την Κεχρεάν, δύο απωτέρους αιγιαλούς του τόπου, είχε το εικονισμάτιον τούτο πάντοτε μαζί του εις την βάρκαν, και διετήρει το κανδηλάκι αναμμένον εμπρός εις το εικόνισμα, μέσα εις το μικρό καμαρίνι, πίσω, εις την πρύμνην της βάρκας. Τρεις βάρκες είχεν αλλάξει, εις οκτώ χρόνια, ο αδιαφόρετος, ο καπετάν Γιαλής. Τρεις φορές, ο λιγοζώητος –ν’ αγιάσουν τα κόκκαλά του –είχε βουλιάξει, την μίαν φοράν εις το πέλαγος, τας άλλας δύο έπεσεν έξω εις την στερεάν. Τρεις φορές το εικόνισμα, ενώ ήτον πίσω εις το καμαρίνι, με το κανδηλάκι αναμμένο εμπρός, ευρέθη, ενώ αυτός έπλεε κολυμβών να γλυτώσει, εις τον κόρφον του καπετάν Γιαλή, ως να του έλεγε: «Σε σώζω ως Άγιος, σώσε με ως κειμήλιον». Και τότε ο μακαρίτης ησθάνθη ασυνήθη ελαφρότητα εις το κολύμβημα, κι έπλευσεν επάνω εις τα κύματα κι ενίκησε την μανίαν των, κι εγλύτωσε. Κατ’ άλλην δε έκδοσιν, η παράδοσις είχεν ούτω: Τας δύο πρώτας φοράς, ο καπετάν Γιαλής, πριν πέσει εις το κύμα, εσυλλογίσθη κι έβαλε το εικόνισμα εις τον κόρφον του, το οποίον και τον συνιστά μεγάλως εις την εκτίμησιν των μελλουσών γενεών· την τρίτην φοράν, εξέχασεν ως άνθρωπος, κι εκοίταξε να σωθεί, αφήσας το εικόνισμα εις την τύχην του· αλλά τότε το εικόνισμα ευρέθη μοναχόν του θαυμασίως, εις τον κόλπον του ναυαγού, ως να του έλεγε: «Πού με αφήνεις;»
Αυταί και άλλαι αναμνήσεις ήλθαν την στιγμήν εκείνην εις το πνεύμα της γρια-Σκεύως, ενώ έκαμνε τον σταυρόν της εμπρός εις τα εικονίσματα. Είτα εγύρισε προς το μικρόν παραθυράκι της, το βλέπον εις την θάλασσαν κι έρριξε βλέμμα εις το πέλαγος, και βλέπει… διότι αν και γραία είχεν ευτυχώς ακμαίαν την όρασιν, -αντικρύ, ανάμεσα εις τα δύο νησιά τα καλούμενα Μικρός Τσουγκριάς και Μεγάλος Τσουγκριάς – ω, τι να ιδεί; ένα καράβι αραγμένο. Το πράγμα την εξέπληξεν. Ήτο δε ασύνηθες. Συνήθεια δεν ήτο ν’ αράζουν εις το μέρος εκείνο, εις απόστασιν δύο και τριών μιλίων από την πόλιν, τα καράβια όσα κατέπλεον εις τον λιμένα. Ουδ’ ήτο καν λιμήν εκεί. Ήτο σχετικώς υπήνεμον το μέρος, αλλ’ ήτο έξω σχεδόν του στομίου του λιμένος, και ανάμεσα εις δύο ερημονήσια.
Δεν ήτο μόνον έκπληξις το αίσθημα το οποίον εδοκίμασεν η γραία Σκεύω, αλλά και ταραχή καρδίας. Την νύκτα εκείνην ακριβώς και την προ αυτής ημέραν, καθώς και όλας τας νύκτας και τας ημέρας, εσυλλογίζετο τον υιόν της, τον μοναχογυιόν της, τον Σταύρον της –όστις της είχε μείνει, αυτός και μία ύπανδρος κόρη άκληρος, βακτηρία του γήρατός της. Εικοσαέτης, άγαμος, ήτο λοστρόμος μ’ έν εντόπιον καράβι. Το καράβι είχε καταπλεύσει από τον Ποταμόν και είχε καταβεί εις την Πόλιν. Το είχε μάθει προ μηνός ότε έλαβε γράμμα. Το καράβι ήτον να καταβεί εις την Άσπρη Θάλασσα, αλλ’ ο υιός της δεν ήξευρε να της γράψει, αν ο πλοίαρχος είχε σκοπόν ν’ απεράσουν από την πατρίδα ή όχι. Ήλπιζεν όμως ότι θ’ απερνούσαν. Κατόπιν αφού έλαβε το γράμμα και απέρασαν δύο εβδομάδες, ήρχισεν έξαφνα ν’ ακούεται χολέρα εις τα μέρη της Αραπιάς και εις το Μισίρι, χολέρα και εις την Ανατολήν και εις την Σμύρνην και αλλού… Είπαν πως πήγε η χολέρα και εις την Πόλιν. Ο Θεός να φυλάξει όλους τους χριστιανούς, και δεύτερον το παιδάκι της, εκεί που είναι, καλή του ώρα…
Δυστυχισμένη χρονιά εκείνη… Εις αυτά τα τελευταία χρονιά είχεν αρχίσει να εφαρμόζεται το «Κάθε πέρσι καλύτερα». Η φτώχεια ήτον μεγάλη, η γρίνια ακόμη μεγαλυτέρα. Το δε χειρότερον ήτο η ασθένεια… -Ο Θεός να φυλάγει και πάλιν όλον τον κόσμον, και δεύτερον εμάς, τους αμαρτωλούς. –Μεγάλα δεινά, αφορία, πείνα, αρρώστια, όλα μαζί, ηκούοντο. Και ο φόβος τα έκαμνε μεγαλύτερα. Η δε αμαρτία έκαμνε μεγαλύτερον τον φόβον. Καλή μετάνοια! χριστιανοί. Καλή φώτιση και καλά υστερνά. Ούτω εκήρυττε και ούτω ελάμβανε το θάρρος να συμβουλεύει τας νεωτέρας η γραία Σκεύω. Αλλ’ εκείναι, αι περισσότεραι εξ αυτών, αι ανοητότεραι, την επεριγέλων. Και τα παιδία ακόμη, οι κλήρες αυτού του καιρού, η νέα πλάσις, την εμυκτήριζον, και της εφώναζαν: «Σκεύω Σαβουρόκοφα! Σκεύω Σαβουρόκοφα!»
Σαβουρόκοφα ήτο το παρωνύμιον με το οποίον την είχε προικίσει η αδυσώπητος κακολογία της γειτονιάς. Επειδή ήτο κάπως κοντή και στρογγυλή το σώμα, την επαρωμοίασαν με τους χονδρούς κοφίνους, δι’ ων εισκομίζεται η σαβούρα εις τα αμπάρια των αρτίως εκφορτωθέντων πλοίων. Αλλ’ αυτή, ως η καρίνα φέρει τα στραβόξυλα εις τον αρσανάν του γερο-Μαθινού, έφερεν εν υπομονή τας ιδιοτροπίας, τους χλευασμούς και τους ονειδισμούς όλων. Και δεν απέκαμνε να νουθετεί και να συμβουλεύει εις το καλόν. Εφρόνει ότι ήτο καιρός πλέον να έλθει μετάνοια. Αρκετά δεινά είχον έλθει εις τον κόσμον και περισσότερα ακόμη ηπείλουν να ενσκήψωσιν. Η αρρώστια δεν ήτο το ελάχιστον εξ αυτών. Και η αρρώστια ηπείλει ήδη πανταχόθεν να εισβάλει.
Η γειτόνισσα η Λενιώ η Γαρμπίνα, μία γραία ήτις συνήθιζε συχνά να βλέπει οπτασίας, είχεν ιδεί εφέτος πάλιν μίαν φοβεράν, ολοφάνερα, με τα μάτια της. Τρεις γυναίκες με τα μαύρα είχαν παρουσιασθεί, ημέρα μεσημέρι, εις το σταυροδρόμιον, σιμά εις την οικίαν της. Η πρώτη τούτων ήτο μαύρη, κατάμαυρη το πρόσωπον, η δευτέρα ήτο κίτρινη φλωρί, η τρίτη ήτο κόκκινη κρεμίζι. Κανείς δεν τας εγνώριζεν, αν και ολίγοι τας είδον, και ήτο προφανές ότι ήτο οπτασία, όραμα υπερφυσικόν. Τας είχεν ιδεί αυτή η Λενιώ η Γαρμπίνα, η γειτόνισσά της, η Ζαχαρού η φουρνάρισσα και μία επταετής κορασίς, η Δεσποινιώ, η θυγάτηρ της Πεπερούς. Ήτο πρόδηλον ότι η πρώτη των τριών εξωτικών γυναικών, η μαύρη, ήτο η Πανούκλα, η δευτέρα, η κίτρινη ήτο βεβαίως η Χολέρα, και η άλλη, η κόκκινη, ήτο χωρίς άλλο η Οστρακιά. Είχαν έλθει εις το χωρίον μυστηριωδώς, ίσως διά να δώσουν είδησιν ότι δεν είναι μακράν. Ίσως να ήτο και διά καλόν, εσχολίαζεν η γραία Σκεύω, διά να λάβουν είδησιν οι χριστιανοί και σπεύσωσι να μετανοήσωσιν. Αλλά και η Ολυμπιάς, η καλόγρια, η εκκλησιάρχισσα του ναού της Παναγίας, έβλεπε διαφόρους οπτασίας καθ’ ύπνον, κι εσυμβούλευεν όλας τας γυναίκας να μετανοήσωσι.
Γεμάτη από τους λογισμούς τούτους, έβλεπεν η γραία Σκεύω το καράβι το αραγμένον μακράν εκεί, ανάμεσα εις τα δύο νησιά, και ηπόρει πού ευρέθει εκεί. Της εφαίνετο ως συνέχεια της οπτασίας, την οποίαν είχεν ιδεί η Λενιώ η Γαρμπίνα. «Ίσως από το καράβι αυτό, εσυλλογίσθη ως εν ονείρω η γρια-Σκεύω, να ξεμπαρκάρισαν οι τρεις γυναίκες που είδε προχτές η γειτόνισσα, το Λενιώ». Ύστερα, ως να εξύπνησεν αποτόμως, ευθύς πάλιν εσυλλογίσθη ότι, αι τρεις εκείναι γυναίκες, αφού ήσαν έξω απ’ εδώ, δεν είχαν ανάγκην κανενός καραβιού, από το οποίον να ξεμβαρκάρουν. Και επειδή ήκουσεν εκείνην την στιγμήν τον εύθυμον κρότον της σκεπάρνης του ναυπηγού, κάτω εις τον αιγιαλόν, εσυλλογίσθη να ερωτήσει τον γερο-Μαθινόν να μάθει, και κύψασα έξω του παραθύρου εφώναξε:
- Γείτονα, μαστρο-Δημήτρη!
Απότομος διακοπή του κρότου της σκεπάρνης της έδωκεν είδησιν ότι ο ναυπηγός ήκουσε την φωνήν της. Τω όντι, ο γερο-Μαθινός, όστις εφαίνετο αντικρύ εις τα πρόθυρα του αρσανά, κύπτων επί της άμμου και πελεκών, είχεν ανακύψει, και θέσας την χείρα περί την οφρύν, έβλεπεν άνω εις τον βράχον.
- Γείτονα, μαστρο-Δημήτρη, επανέλαβεν η Σκεύω, ποιο είν’ εκείνο το καράβι;
Ο γερο-Μαθινός, όστις ουδόλως είχεν ιδεί το καράβι, ίσως διότι δεν έβλεπεν αρκετά μακράν, και την στιγμήν εκείνην τον εθάμβωνεν ο ανατέλλων ήλιος, ίσως και διότι η άκρα του λαιμού των Πλακών, λοξεύουσα ολίγον προς τα νοτιανατολικά, έκρυπτεν από τους οφλαλμούς του το πλοίον, απήντησεν ως ηχώ:
- Καράβι!
Η γραία Σκεύω επανέλαβε:
- Το καράβι, που είναι αντίκρυ, ανάμεσα στα δυο νησιά!
- Δεν ξέρω κανένα καράβι, απήντησε διά μορμυρισμού ο γερο-Μαθινός.
Η θεια-Σκεύω δεν ήκουσε τι είχεν ειπεί, κι εξηκολούθησε να φωνάζει:
- Το καράβι, μαστρο-Δημήτρη, εκεί αντίκρυ είν’ αραμένο. Πότε ήρθε; Και γιατί ν’ αράξει εκεί;
Ο γερο-Μαθινός επανέλαβεν:
- Εδώ δεν έχει καράβια, έχει βάρκες.
Εννοών βεβαίως εκείνας τας οποίας εναυπήγει αυτός.
Η Σκεύω ενόησεν ότι ο γέρων ναυπηγός δεν είχεν ιδεί το ορμούν ανοικτά προς το πέλαγος πλοίον, αλλ’ ουχ ήττον έκαμε τελευταίαν απόπειραν.
- Δεν είναι κανένα απ’ τα παιδιά μέσα στον ταρσανά, να ρωτήσω για το καράβι;
Αλλ’ ο γερο-Μαθινός είχε κύψει εκ νέου εις το έργον του, και ήρχισε να πελεκά το στραβόξυλον.
Η Σκεύω έμεινεν εις το παράθυρον, εξακολουθούσα να κοιτάζει απλήστως προς το πέλαγος. Ητοιμάζετο δε ν’ αποσυρθεί, και ωρίμαζε νοερώς το σχέδιόν της, τίνι τρόπω να λάβει πληροφορίας. Την ιδίαν στιγμήν, είς των υιών του γερο-Μαθινού, όστις ευρίσκετο εντός του κτιρίου, εξήλθε του αρσανά και ανέβλεψε προς τον οικίσκον της γραίας Σκεύως.
- Γιώργο, παιδί μου, του εφώναξεν η γραία, είδες εκείνο το καράβι;
Ο νέος ανέβη εις έν ύψωμα, έβαλε την χείρα του προσκόπιον εις τους οφλαλμούς, κι εκοίταξε.
- Πρέπει να ήρθεν απόψε κι άραξε, απήντησεν· εψές το βράδυ δεν ήτον φτασμένο.
- Και γιατί ν’ αράξει εκεί; ηρώτησεν η Σκεύω.
- Είπαν πως θελά κάμουν τον Τσουγριά λαζαρέτο, απήντησεν ο Γιώργος.
- Τότε το καράβι είναι σπόρκο;
- Χωρίς άλλο είναι σπόρκο.
- Και το γνωρίζεις ποιο είναι;
- Δεν είναι δικό μας, απήντησεν ο Γιώργος.
Και αφού είπε τούτο, κατέβη από το ύψωμα, και επανήλθεν εις το ναυπηγείον του.
Εις την γραίαν Σκεύω δεν ήρκεσαν αι πληροφορίαι αύται, αλλ’ απεφάσισεν ευθύς να καταβεί εις τον Κάτω Μαχαλάν, διά να ερωτήσει και μάθει τα τρέχοντα. Είχεν υποπτευθεί κατ’ αρχάς ότι το πλοίον εκείνο ήτο αυτό το εντόπιον βρίκιον, μέσα εις το οποίον ευρίσκετο ως λοστρόμος ο υιός της. Αλλ’ εάν ήτο πράγματι εκείνο, το οξύ βλέμμα του νεαρού ναυπηγού θα το ανεγνώριζε, και ο υιός του γερο-Μαθινού δεν είχε προφανώς κανέν συμφέρον διά να κρύψει την αλήθειαν από την γηραιάν γειτόνισσάν του. Ουχ ήττον η Σκεύω ήτο ανήσυχος, και κάτι της έλεγεν ότι θα λάβει ταχέως ειδήσεις.
Η γραία ησχολήθη επί δύο ώρας εις οικιακά έργα·είτα εσηκώθη, εξήλθεν, εκλείδωσε την πόρταν της, και εκίνησε να υπάγει εις την κάτω συνοικίαν της πόλεως. Αλλά δεν είχε προχωρήσει ολίγα βήματα, και σχεδόν δεν είχε πλέον ανάγκην να υπάγει μακρύτερα.
Εις την μέσην του δρόμου, διακόσια βήματα από τον μικρόν οικίσκον της, ήτο το σταυροδρόμι, και σιμά εις το σταυροδρόμι ήτο ο φούρνος της Ζαχαρούς. Και εις τον φούρνον, όστις ήναπτε δις και τρις της ημέρας, αυνηθροίζοντο όλαι αι γυναίκες της γειτονιάς, νεοΰπανδροι, χήραι και γραίαι, και ανεκοίνουν προς αλλήλας τα νέα της ημέρας, και ηρώτων και εμάνθανον και διηγούντο, και αβγάτιζαν και απόσωναν. Οι «αβγατίστρες» διέπρεπον εις την τέχνην του ν’ αβγατίζωσι και αμματίζωσι το στημόνι εις τον αργαλειόν, όταν το νήμα δεν έσωνε. Οι «αποσώστρες» εξείχον εις το επάγγελμα του ν’ αποσώνωσι διά συντόνου ραπτικής και ποικιλτικής τα προικιά της νύμφης, όταν επέκειτο ο γάμος, και ο γαμβρός, αφού έκαμε τον κακιωμένον επί εβδομάδας, είχε δηλώσει αποτόμως ότι την απάνω Κυριακήν ήθελε να στεφανωθεί. Αμφότερα τα επιτηδεύματα ταύτα τα μετέφερον ευκόλως εις τον φούρνον, όστις ήτο περίπου ό,τι το καφενείον διά τους ματαιοσχόλους των ανδρών, κι εκεί αβγάτιζαν όλας τας μικράς διαδόσεις, και απόσωναν όλας τας ατελείς διηγήσεις. Η δείνα εμάλωσε με τον άνδρα της. Η δείνα πρόκειται ν’ αρραβωνιασθεί με τον δείνα, αλλά τι εζήλευσε κι αυτός να πάρει από κείνη-δα κλπ. Η δείνα απασσάλωτη, δεν ηξεύρει να βολέψει το νοικοκυριό της. Αφήνει τα παιδιά της άνιφτα, κακομοιριασμένα, κλπ. Η άλλη ακόμη δεν εχρόνισεν ο άνδρας της, κι ετοιμάζεται να ξαναπανδρευθεί. Τοιαύτας ιστορίας, και άλλας πολύ σκανδαλωδεστέρας ηδύνατο ν’ ακούσει τις καθημερινώς, αν συνέβαινε να διέλθει από το σταυροδρόμι.
Η προπαρασκευή του φούρνου είχε πολλά στάδια. Μετά το κόλλημα, ή το διά κλάδων άναμμα, επήρχετο το πάνισμα, είτα βραδέως ηκολούθει το φούρνισμα, το φράξιμον, το ψήσιμον και τέλος το ξεφούρνισμα. Η προετοιμασία των άρτων είχεν, εκτός του ζυμώματος, το οποίον ενηργείτο κατ’ οίκον, άλλους τόσους σταθμούς εκτελουμένους παρ’ αυτόν τον φούρνον. Ήτο το κουβάλημα από το σπίτι, κάποτε το ξεροζύμωμα, ακολούθως το πλάσιμον και κατόπιν το φούρνισμα. Από το κόλλημα έως το πάνισμα του φούρνου και από το πλάσιμον έως το φούρνισμα των ψωμιών, τα εν τω μεταξύ κενά διαστήματα διά τίνος άλλου υλικού θα επληρούντο ειμή διά της κακολογίας;
Την ημέραν εκείνην η ομήγυρις, καίτοι ως συνήθως πλήθουσα και θορυβώδης, ήτο κάπως σοβαρωτέρα. Είχον διαδοθεί προ δύο ή τριών ημερών τα περί οπτασιών θαυμάσια θρυλήματα. Είτα είχεν ακουσθεί η χολέρα, και αι γυναίκες είχον μάθει και διηγούντο, μόνον ότι τα εχρωμάτιζον επί το μυθολογικώτερον, τα μέτρα τα οποία είχον διατάξει αι κεντρικαί αρχαί, και είχαν αρχίσει να εφαρμόζωσιν αι τοπικαί, προς καταπολέμησιν του απειλούντος φοβερού δεινού. Το δημοτικόν συμβούλιον – η δωδεκάδα, ως έλεγον αι γυναίκες – είχε ψηφίσει συνδρομήν εκ του δημοτικού ταμείου δι’ υγιεινά μέτρα, και είχε συστήσει περισσοτέραν καθαριότητα εις τους κατοίκους. Ο δήμαρχος την προτεραίαν είχε κηρύξει επιχόλερον την νήσον Μεγάλον Τσουγκριάν, εις την οποίαν είχον καταπλεύσει χθες δύο ή τρία τρεχαντήρια και βρατσέραι εξ επιχολέρων μερών. Τα πλοία ταύτα ήσαν αραγμένα εντός του όρμου του Αγίου Φλώρου, και διά τούτο δεν ήσαν ορατά από της πολίχνης. Σήμερον δε το πρωί –την νύκτα, προς τα εξημερώματα -, είχε φθάσει μέγα πλοίον, καράβι, εκ Κωνσταντινουπόλεως, όπου, ως φαίνεται, έκαμνε μεγάλην φθοράν η χολέρα, και είχεν αράξει δίπλα εις τον Μεγάλον Τσουγκριάν, προς το δυτικόν μέρος, ανάμεσα εις τα δύο αδελφά νησάκια. Το πλοίον τούτο ήτο πλήρες επιβατών εκ Κωνσταντινουπόλεως, εκ των οποίων πολλοί ήσαν χολεριώντες. Κατά τον διάπλουν είχον αποθάνει δύο τρεις, και το πλήρωμα ηναγκάσθη να ρίψει τους νεκρούς εις την θάλασσαν. Αλλ’ είς των τεθνεώτων, προσέθετον επί το θαυμασιώτερον αι γυναίκες, την στιγμήν καθ’ ην τον είχον ρίψει εις την θάλασσαν, ενώ διεπέρα το κενόν εζωντάνευσε, και κατηράσθη τους ναύτας «από τη χολέρα να μη γλυτώσουν». Τούτο δε, διότι τους κακοφαίνεται τους νεκρούς να τους ρίπτωσιν εις το κύμα. Ο καλός Χριστιανός πρέπει να ταφεί εις το χώμα, και το χώμα ν’ αγιασθεί με λάδι και με νερόν. Ο ιερεύς πρέπει να του είπει: «Γη ει και εις γην απελεύση», και να θέσει επί του προσκεφαλαίου κεραμίδι, επάνω εις το οποίον έχει χαράξει τον Σταυρόν με το ΙΣ. ΧΣ. ΝΙ-ΚΑ, διά να λυώσει το κορμί του, και τα κόκκαλά του να περιμένουν την κοινήν ανάστασιν.
Την στιγμήν καθ’ ην είχον απολύσει τον χολεριώντα από τας χείρας των, οι σύντροφοι του καραβιού, ενόησαν κάπως ότι ο νεκρός είχε ζωντανεύσει, αλλά δεν ήτο πλέον καιρός να τον κρατήσωσι. Καθώς ήτον, με σιδηρούν βάρος κρεμάμενον από του λαιμού, μόλις ήγγισε το κύμα, και πάραυτα επήγεν εις τον πάτον. Ήκουσαν την απαισίαν κραυγήν του, και συγχρόνως έγινεν άφαντος. Ο άτυχος, είχεν αποθάνει δύο θανάτους, τον ένα από την χολέραν, τον άλλον από την άθεσμον ταφήν. Αλλ’ ιδού ότι τώρα υπέκειντο και αυτοί εις την αράν να γευθώσι δις τον θάνατον, κινδυνεύοντες ν’ αποθάνωσι προώρως από τον φόβον, πριν αποθάνωσιν οριστικώς από την χολέραν.
Εξ όλων τούτων η θεια-Σκεύω η Γιαλινίτσα έμαθεν αρκετά ώστε να πιστεύσει ότι το πλοίον, το οποίον είχεν ιδεί αντικρύ, ήτο ξενικόν, ότι επομένως δεν ήτο εκείνο το οποίον αυτή επερίμενεν, ότι η χολέρα εθέριζε πράγματι εις την Πόλιν, και ότι ο υιός της, αν ήτο υγιής, ήτο πολύ πιθανόν να φθάσει σήμερον ή αύριον με το καράβι το εντόπιον, και ότι εξ ανάγκης θα έμενεν επί ημέρας εις καραντίναν. Ουχ ήττον επειδή δεν έτρεφεν απόλυτον εμπιστοσύνην εις τας πληροφορίας του φύλου της, απεφάσισε να υπάγει παρακάτω, διά να μάθει περισσότερα.
Ενώ ητοιμάζετο ν’ απέλθει, έξαφνα ακούεται οξεία και διάτορος γυναικεία φωνή, θόρυβος, κλαύματα και λυγμοί ερχόμενοι έκ τινος οικίας, ολίγον απωτέρω του φούρνου κειμένης. Η Ζαχαρού η φουρνάρισσα, ήτις είχε πιάσει την στιγμήν εκείνην το φουρναρόξυλον διά να πανίσει τον φούρνον, το αφήκεν αποτόμως και έτρεξε να ίδει τι συνέβαινε.
Η Λενιώ η Γαρμπίνα, ήτις έπλαττε την στιγμήν εκείνην επί του σανιδίου την πίτταν της την αλειψήν, την άφησε μισοπλασμένην κι εβγήκεν έξω από το υπόστεγον προαύλιον του φούρνου διά να μάθει τα τρέχοντα. Η Μαρία η Πεπερού, η οποία είχεν εισέλθει αρτίως φέρουσα τα ψωμιά της, ακολουθουμένη από την επταετή κόρην της, το Δεσποινιώ, βαστάζουσαν επίσης λοπάδα με ψωμίον ανεβατόν, απέθεσεν απροσέκτως τας πηλίνας λεκάνας είς τινα γωνίαν, με κίνδυνον να σπάσει τας λεκάνας, να σκορπίσει εις το χώμα τα ψωμιά, και το παράδειγμα τούτο έσπευσε να μιμηθεί η κόρη της, ρίψασα κάτω μετά δούπου την γαβάθαν, και αμφότεραι έτρεξαν έξω εις τον δρόμον, πρώτη η μάννα, κατόπιν η κόρη, αφήσασαι οπίσω την Ζαχαρού την φουρνάρισσαν, ήτις δεν απεμακρύνθη από την θύραν του προαυλίου, και την Λενιώ την Γαρμπίναν, ήτις προυχώρησε μόνον είκοσι βήματα από τον φούρνον, και όλαι έβλεπον απλήστως προς το μέρος όθεν ήρχοντο αι φωναί. Η Βγενιώ η Αλαφίνα, ήτις εξεροζύμωνε την πίτταν της επί του σανιδίου, την άφησεν αξεροζύμωτην, κι έφυγε τρέχουσα, υψηλή, αμαζονοειδής, λυσίκομος, προσπεράσασα ταχέως την Μαρίαν την Πεπερού, ως και την Δεσποινιώ, ήτις εν τω μεταξύ είχε προσπεράσει την μητέρα της. Αι τρεις έτρεχον, προηγούμεναι του στρατεύματος των γυναικών, αίτινες όλαι απεμακρύνθησαν περισσότερον ή ολιγώτερον από τον φούρνον, διά ν’ ανακαλύψωσι το μέρος, όθεν ηκούσθη ο θόρυβος, και μάθωσι τάχιστα τι συνέβαινεν.
Ο Γιάννης ο Πούπουλας, όστις είχεν ανοίξει προ μηνών εις την γωνίαν, αντικρύ του φούρνου μικρόν καπηλείον με είδη τινά της μπακαλικής, και ητοιμάζετο να το κλείσει δι’ έλλειψιν πελατών, εξήλθε του καπηλείου, με την ποδιάν του άπλυτον εμπρός, με τα χέρια οπίσω, και εσουλατσάριζεν επί του λιθοστρώτου. Δεν του έκαμνε καρδιά ν’ απομακρυνθεί περισσότερον από το μαγαζί του, αλλά τα όμματά του και τα ώτα του ήσαν προς το μέρος όθεν ήρχοντο αι κραυγαί. Εν τω μεταξύ δύο μοσχομάγκαι του δρόμου, ο Μιχάλης, ο υιός της Πεπερούς, δωδεκαετής, και ο Αλέξης, ο κληρονόμος της Βγενιώς της Αλαφίνας, δεκαετής, εισήλθον σιγά-σιγά, ξυπόλυτοι, εις το καπηλείον, και ο μεν Αλέξης εφύλαγε καραούλι εις την θύραν, ο δε Μιχάλης έλαβε την βοτίλιαν της μαστίχας από το τεζάχι, και ήρχισε να πίνει ηδονικώς εις μεγάλας δόσεις. Είτα έδωκε την βοτίλιαν εις τον Αλέξην, και αυτός, αντί να φυλάξει εις την θύραν καραούλι, με την αράδα, κατά την συμφωνίαν, διά το ασφαλέστερον, ετράπη εις φυγήν, κτυπήσας μάλιστα τους πόδας θορυβωδώς επί του λιθοστρώτου. Αλλ’ ο θόρυβος ούτος ήρκεσε να εξυπνίσει τον Γιάννην τον Πούπουλαν, και δεν θ’ ανεκάλυπτε ποτέ την κλοπήν, αν ο Αλέξης φοβηθείς εκ της φυγής του Μιχάλη, και εκ του κρότου τον οποίον έκαμεν ούτος, σαστισμένος, δεν έκαμνε νέον θόρυβον, αποθέσας με τρομώδη χείρα την βοτίλιαν επάνω εις το τεζάχι, ώστε ολίγον έλειψε να την σπάσει. Τότε ο Γιάννης ο Πούπουλας, έσπευσε να συλλάβει τον Αλέξην, τον ολιγώτερον ένοχον, ως πολλάκις συμβαίνει, και αφού του ετράβηξε τα αυτιά, και του έδωκε δύο κολάφους, τον έσπρωξε βιαίως έξω του καπηλείου.
Εις το απέναντι του καπηλείου παράθυρον είχε προκύψει ωχρά μορφή γυναικός. Ήτο η κυρα-Σωτήραινα, η ημίπληκτος, παθούσα προ μηνών εκ μερικής παραλυσίας, και διατελούσα κλινήρης. Είχεν ακούσει και αυτή τας κραυγάς και τον θόρυβον, και ανασηκωθείσα μετά κόπου από την κλίνην της, εσύρθη μέχρι του παραθύρου, επιθυμούσα να μάθει τι συνέβαινεν. Απηυθύνετο εις τον κάπηλον και εις τας γυναίκας τας εξελθούσας από τον φούρνον:
- Τι είναι; Τι τρέχει;
Αλλ’ αι γυναίκες δεν ήξευρον και αυταί να την πληροφορήσωσι τίποτε.
- Τι είναι; επανέλαβε πάλιν.
- Δεν ξέρω κι εγώ, είπεν ο κάπηλος, όστις εσυλλογίζετο ότι τα δύο παιδία –διότι ο Αλέκος είχε μαρτυρήσει τον Μιχάλην– θα του έπιον ως δεκαπέντε λεπτών μαστίχα.
Εν τούτοις ο θόρυβος κοπάσας προς στιγμήν, επανελήφθη πάλιν, και ηκούοντο λυγμοί και θρηνώδεις κραυγαί εν μέσω των οποίων διεκρίνοντο αι λέξεις: Ωχ! αλλοίμονο· τι να γένω;
- Τι είναι; Τι τρέχει, δε μου λέτε; επανέλαβεν ανυπομονούσα από του παραθύρου η ημίπληκτος.
Ουδείς ηδύνατο να την πληροφορήσει.
- Δεν είναι κανένας χριστιανός να μου πει τι τρέχει; επανέλαβεν εν νευρική εξάψει η κυρα-Σωτήραινα.
Για το υπόλοιπο του διηγήματος ανατρέξτε στους παρακάτω συνδέσμους:
Βαρδιάνος στα σπόρκα - 3η συνέχεια
Βαρδιάνος στα σπόρκα - 4η συνέχεια
Βαρδιάνος στα σπόρκα - 5η συνέχεια
Βαρδιάνος στα σπόρκα - 6η και τελευταία συνέχεια
Ετικέτες
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ,
ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ(ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ)
Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ
Πολύ στενοχωρήθηκα σήμερα, μόλις διάβασα την σημερινή (τελευταία;) ανάρτηση του καλύτερου ελληνικού ιστολογίου (skakistiko.blogspot.com) περί της διακοπής της λειτουργίας του:
" Τελευταίος σταθμός
Πέρασαν 3,5 γεμάτα χρόνια. Αυτή είναι η αποχαιρετιστήρια ανάρτηση του ιστολογίου. Ευχαριστώ όλους για την αγάπη τους και για τη συνεισφορά τους σε αυτή την προσπάθεια. Χαίρομαι που γνώρισα πολύτιμους καινούργιους φίλους, με τους οποίους δεν θα χανόμαστε. Είναι αυτό που μένει, ιδιαίτερα σημαντικό.
Δυστυχώς, η ύλη δεν συμπληρωνόταν πια με κέφι και η τελευταία απόπειρα με τον μετριασμό των σχολίων από τις πρώτες κιόλας ώρες εξελίχθηκε σε σκλαβιά για τον προσωπικό μου χρόνο. Ίσως μερικοί θεωρούσαν δεδομένη την ύπαρξη της σελίδας, λυπάμαι αν τους διαψεύδω.
Γνωρίζω πως ο τερματισμός της λειτουργίας του ιστολογίου αφήνει ενδεχομένως κάποιο κενό στην ενημέρωση, προσδοκώ ολόψυχα να βρεθεί εκείνος που θα πάρει τη σκυτάλη, όσο γίνεται πιο σύντομα. Και να προσπαθήσει για χάρη της αξιοπιστίας να αποφύγει τις παραταξιακού τύπου σκακιστικές δεσμεύσεις, που θαρρώ απέφυγα κι εγώ.
Μετά από καιρό μπορεί να στήσω ένα ήσυχο προσωπικό ιστολογιάκι που δεν θα έχει σχέση με το σκάκι, να βάζω μια φορά το 15νθήμερο κανένα λογοτεχνικό απόσπασμα, καμιά φωτογραφία, αγαπημένη μουσική. Αφού δεν θα υπάρχει τίποτα στο skakistiko, μπορεί να το ονομάσω tipota.blogspot.com. Με χαρά θα αφήνω αραιά και που μικρά μηνύματα σε σελίδες φίλων.
Αν θέλει κάποιος να επικοινωνήσει μαζί μου, το μονοπάτι το γνωρίζει.
Καλή συνέχεια. "
Μια τέτοια απώλεια στη σκακιστική μας ενημέρωση (τόσο από τις αναρτήσεις όσο και από τα σχόλια σ' αυτές) δύσκολα αναπληρώνεται από κάποιο άλλο σημερινό σκακιστικό ιστολόγιο.
Καλούμε το "Γάτο" από αυτό το βήμα, να αναθεωρήσει την απόφασή του, ή έστω να ανοίξει για ένα διάστημα τα σχόλια στην τελευταία του ανάρτηση, για να καταλάβει τι ιστολόγιο χάνεται.
Γιατί, ... δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί αυτή η χάρη...
Στο "Γάτο"
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ
Ηταν η μέρα συννεφιασμένη. Κανείς δεν αποφάσιζε
φυσούσε ένας αγέρας αλαφρύς: "Δεν είναι γρέγος είναι
σιρόκος" είπε κάποιος.
Κάτι λιγνά κυπαρίσσια καρφωμένα στην πλαγιά κι η
θάλασσα
γκρίζα με λίμνες φωτεινές, πιο πέρα.
Οι στρατιώτες παρουσίαζαν όπλα σαν άρχισε να ψιχαλίζει.
"Δεν είναι γρέγος είναι σιρόκος" η μόνη απόφαση που
ακούστηκε.
Κι oμως το ξέραμε πως την άλλη αυγή δε θα μας έμενε
τίποτε πια, μήτε η γυναίκα πίνοντας πλάι μας τον ύπνο
μήτε η ανάμνηση πως ήμασταν κάποτες άντρες,
τίποτε πια την άλλη αυγή.
"Αυτός ο αγέρας φέρνει στο νου την άνοιξη" έλεγε η
φίλη
περπατώντας στο πλευρό μου κοιτάζοντας μακριά "την
άνοιξη
που έπεσε ξαφνικά το χειμώνα κοντά στην κλειστή
θάλασσα.
Τόσο απροσδόκητα. Πέρασαν τόσα χρόνια. Πως θα
πεθάνουμε;"
Ενα νεκρώσιμο εμβατήριο τριγύριζε μες στην ψιλή βροχή.
Πως πεθαίνει ένας άντρας; Παράξενο κανένας δεν το
συλλογίστηκε.
Κι όσοι το σκέφτηκαν ήταν σαν ανάμνηση από παλιά
χρονικά
της εποχής των Σταυροφόρων ή της εν - Σαλαμίνι - ναυ-
μαχίας.
Κι όμως ο Θάνατος είναι κάτι που γίνεται~ πως πεθαίνει
ένας άντρας;
Κι όμως κερδίζει κανείς το Θάνατό του, το δικό του Θά-
νατο, που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον
και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή.
Χαμήλωνε το φως πάνω από τη συννεφιασμένη μέρα, κα-
νείς δεν αποφάσιζε.
Την άλλη αυγή δε θα μας έμενε τίποτε~ όλα παραδομένα~
μήτε τα χέρια μας~
κι οι γυναίκες μας ξενοδουλεύοντας στα κεφαλόβρυσα και
τα παιδιά μας στα λατομεία.
H φίλη μου τραγουδούσε περπατώντας στο πλευρό μου
ένα τραγούδι σακατεμένο:
"Την άνοιξη, το καλοκαίρι, ραγιάδες..."
Θυμότανε κανείς γέροντες δασκάλους που μας άφησαν
ορφανούς.
"Ενα ζευγάρι πέρασε κουβεντιάζοντας:
"Βαρέθηκα το δειλινό, πάμε στο σπίτι μας
πάμε στο σπίτι μας ν' ανάψουμε το φως".
Γιώργος Σεφέρης
Στο "Γάτο"
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ
Ηταν η μέρα συννεφιασμένη. Κανείς δεν αποφάσιζε
φυσούσε ένας αγέρας αλαφρύς: "Δεν είναι γρέγος είναι
σιρόκος" είπε κάποιος.
Κάτι λιγνά κυπαρίσσια καρφωμένα στην πλαγιά κι η
θάλασσα
γκρίζα με λίμνες φωτεινές, πιο πέρα.
Οι στρατιώτες παρουσίαζαν όπλα σαν άρχισε να ψιχαλίζει.
"Δεν είναι γρέγος είναι σιρόκος" η μόνη απόφαση που
ακούστηκε.
Κι oμως το ξέραμε πως την άλλη αυγή δε θα μας έμενε
τίποτε πια, μήτε η γυναίκα πίνοντας πλάι μας τον ύπνο
μήτε η ανάμνηση πως ήμασταν κάποτες άντρες,
τίποτε πια την άλλη αυγή.
"Αυτός ο αγέρας φέρνει στο νου την άνοιξη" έλεγε η
φίλη
περπατώντας στο πλευρό μου κοιτάζοντας μακριά "την
άνοιξη
που έπεσε ξαφνικά το χειμώνα κοντά στην κλειστή
θάλασσα.
Τόσο απροσδόκητα. Πέρασαν τόσα χρόνια. Πως θα
πεθάνουμε;"
Ενα νεκρώσιμο εμβατήριο τριγύριζε μες στην ψιλή βροχή.
Πως πεθαίνει ένας άντρας; Παράξενο κανένας δεν το
συλλογίστηκε.
Κι όσοι το σκέφτηκαν ήταν σαν ανάμνηση από παλιά
χρονικά
της εποχής των Σταυροφόρων ή της εν - Σαλαμίνι - ναυ-
μαχίας.
Κι όμως ο Θάνατος είναι κάτι που γίνεται~ πως πεθαίνει
ένας άντρας;
Κι όμως κερδίζει κανείς το Θάνατό του, το δικό του Θά-
νατο, που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον
και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή.
Χαμήλωνε το φως πάνω από τη συννεφιασμένη μέρα, κα-
νείς δεν αποφάσιζε.
Την άλλη αυγή δε θα μας έμενε τίποτε~ όλα παραδομένα~
μήτε τα χέρια μας~
κι οι γυναίκες μας ξενοδουλεύοντας στα κεφαλόβρυσα και
τα παιδιά μας στα λατομεία.
H φίλη μου τραγουδούσε περπατώντας στο πλευρό μου
ένα τραγούδι σακατεμένο:
"Την άνοιξη, το καλοκαίρι, ραγιάδες..."
Θυμότανε κανείς γέροντες δασκάλους που μας άφησαν
ορφανούς.
"Ενα ζευγάρι πέρασε κουβεντιάζοντας:
"Βαρέθηκα το δειλινό, πάμε στο σπίτι μας
πάμε στο σπίτι μας ν' ανάψουμε το φως".
Γιώργος Σεφέρης
Ετικέτες
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ,
ΣΚΑΚΙ
Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011
ΞΕΝΙΤΕΜΕΝΑ ΜΑΣ ΠΟΥΛΙΑ
Αφιερωμένα στα δύο παιδιά μας που για φέτος θα αγωνίζονται " με άλλα χρώματα", Πουλόπουλο Ιωάννη με το ΠΕΙΡΑΪΚΟ και Μπούζα Μυρτώ-Ελένη με τον ΖΗΝΩΝΑ ΓΛΥΦΑΔΑΣ.
ΞΕΝΙΤΕΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΥΛΙ
Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Στίχοι: Γιώργος Αρμένης
Ερμηνεία: Ελένη και Σουζάνα Βουγιουκλή
Ξενιτεμένο μου πουλί
αυτού στα ξένα που 'σαι
σου στέλνω μήλο σέπεται
κυδώνι μαραγκιάζει
Σου στέλνω και το δάκρυ μου
σ' ένα χρυσό μαντίλι
το δάκρυ μου είναι καφτερό
και καίει το μαντίλι
Ξενιτεμένο μου πουλί
αυτού στα ξένα που 'σαι
ξένοι σου πλένουν τα σκουτιά
ξένοι στα σαπουνίζουν
Στα πλένουν μια στα πλένουν δυο
στα πλένουν τρεις και πέντε
κι από τις πέντε κι ύστερα
τα ρίχνουν στο σοκάκι
Πάρε ξένε μ' τα ρούχα σου
πάρε και τα σκουτιά σου
και σύρε στην πατρίδα σου
σε καρτερεί η φαμελιά σου.
ΞΕΝΙΤΕΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΥΛΙ
Μουσική - Στίχοι: Παραδοσιακό Αιγαιοπελαγίτικο
Ερμηνεία: Λιζέτα Καλημέρη
Ξενιτεμένο μου πουλί γράφε μου να μαθαίνω
αν έχεις την υγεία σου κι εγώ καταλαβαίνω
Έλα με τον ταχυδρόμο
που 'ναι γρήγορος στο δρόμο
Ξενιτεμένο μου πουλί τα ξένα τι σου λένε
τα ξένα μάτια σε θωρούν και τα δικά μου κλαίνε
Έλα με τον ταχυδρόμο
που 'ναι γρήγορος στο δρόμο
Ας τραγουδήσω κι ας χαρώ του χρόνου ποιος το ξέρει
για θα πεθάνω για θα ζω για θα 'μαι σ' άλλα μέρη
Έλα, έλα που σου λέγω
μη με τυρρανείς και κλαίγω
ΣΚΑΚΙ ΣΤΑ ΔΥΤΙΚΑ
Αναδημοσιεύουμε μία ανάρτηση με θέμα ΜΕΤΑΓΡΑΦΕΣ από το νέο σκακιστικό ιστότοπο "ΣΚΑΚΙ ΣΤΑ ΔΥΤΙΚΑ" (skakiwest.blogspot.com) στον οποίο ευχόμαστε ποιοτικές αναρτήσεις, άφθονους αναγνώστες και μακροημέρευση.
Αυτονόητο είναι ότι προσυπογράφουμε την ανάρτησή αυτή, αλλά και όλες τις υπόλοιπες τέσσερεις (4) μέχρι σήμερα αναρτήσεις τους οι οποίες είναι πολύ καίριες. Συγχαρητήρια !
"
Κυριακή, 9 Ιανουαρίου 2011
Ο/Η sw είπε...
Συμφωνώ απόλυτα με τον 'Ανήσυχος Πατέρας' όπως υπογράφει. Τις ίδιες ανησυχίες έχουμε όλοι. Είναι απόλυτα σωστά όσα λέει. Στη παραπάνω δημοσίευση, απλά παρέθεσα όσα έμαθα πως έγιναν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Δεν έκανα αναδρομή στα πεπραγμένα και στις τακτικές των ομάδων. Με αφορμή λοιπόν το επεισόδιο αυτό δημοσιοποίησα τις απόψεις μου. Φυσικά οι πρακτικές που στηρίζουν το άθλημα δεν είναι αυτές, σημερινές και χτεσινές. Το άθλημα στηρίζετε από τους απλούς γονείς και από ομάδες που έξω από παρατάξεις και συμφέροντα, με κόπο, μεράκι και προσωπικά έξοδα τρέχουν σε όλη την Ελλάδα για τα παίξουν τα παιδιά τους σκάκι. Οι ομάδες που αναφέρεις είναι από τα θετικά παραδείγματα. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω, κι εγώ, από τη Βόρεια Ελλάδα την Ε.Σ.Ο. «Χρονικόν-Παπάφη», στον ΠΟ Α’ Εθνικής, που πέντε φίλοι έφτιαξαν το σωματείο για να περνάνε καλά οι ίδιοι και τα παιδιά τους. Αυτό για μένα αξίζει περισσότερο από το πρωτάθλημα Α' Εθνικής. Όποιος καταλαβαίνει αυτό που λέω είναι ο κερδισμένος και αυτή τη νίκη θα περάσει και στα παιδιά του. Δείτε τα παιδιά στα διάφορα τουρνουά. Υπάρχουν παιδιά δυστυχισμένα που έχασαν ή ακόμη και που κέρδισαν αλλά δεν έπαιξαν καλά και παιδιά που είναι ευτυχισμένα χάσουν-κερδίσουν γιατί χαίρονται το παιχνίδι και την προσπάθεια. Εσείς τι παιδιά προτιμάτε ;
11 Ιανουαρίου 2011 10:15 π.μ.
Ο/Η ακριβοδίκαιος είπε...
Σκάκι στα Δυτικά, αλλά και σκάκι μεροληπτικά.
Τώρα στο ρόλου του κακού ο Αντώνης Μπέλλος, που "δελεάζει με λεφτά παιδιά".
Δε γράφετε, όμως, κύριοι, ότι ο Μπέλλος προσφέρει σε παιδιά όλα τα μέσα για τη σκακιστική τους πρόοδο (προπονήσεις, αγώνες κτλ), ότι γλυκά λεφτά, και μάλιστα πολλά, παίρνουν σωματεία, για να αποδεσμεύσουν παιδιά, ότι ο Μπέλλος και η ΠΣ Περιστερίου διαφώνησαν έντονα με τις αλλαγές στη σύνθεση των ομάδων της Α΄ Εθνικής.
Ο Μπέλλος, κύριοι, δεν παραμυθιάζει ούτε τους γονείς ούτε τα παιδιά. Προσπαθεί να φέρνει στα σωματεία του τους καλούς σκακιστές. Δεν πουλάει φούμαρα στο κάθε παιδάκι που κουνάει τα ξυλάκια ότι αυτός θα το κάνει από GM και πάνω και δε φανατίζει τους γονείς με ιστορίες γι' αγρίους.
Μπορεί να μη μας αρέσει ότι λειτουργεί σαν το Μαρινάκη του Ολυμπιακού, επειδή εμείς οι γείτονες στα δυτικά δεν μπορούμε να τον παρακολουθήσουμε, αλλά τα περί ηθικής και ναυαγίων είναι σκέτες παρόλες.
11 Ιανουαρίου 2011 1:51 μ.μ.
Ο/Η sw είπε...
Αγαπητέ φίλε "Ακριβοδίκαιε", ούτε εσύ έχεις άδικο. Όπως αναφέρω και στο κεντρικό σχόλιο, ο κος Μπέλλος δεν κάνει κάτι παράνομο. Έχει το απόλυτο δικαίωμα να λειτουργεί έτσι. Στα ερωτήματα που θέτω όμως εσύ ο "Ακριβοδίκαιος" δεν μπήκες στο κόπο να απαντήσεις. Απλά τα χαρακτηρίζεις παρόλες. Γενικά στο ύφος του σχολίου σου διακρίνω πολύ ένταση και θυμό. Γιατί; Συμφωνώ μαζί σου ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης για τα τεκταινόμενα στο χώρο έχουν και οι ομάδες που δεν μπορούν να προσφέρουν πράγματα στους αθλητές τους, που έχουν βυθιστεί στο τέλμα των παραγόντων και που δεν βλέπουν πέρα από τη μύτη τους. Πολλών ομάδων οι παράγοντες έχουν παντρευτεί τις καρέκλες τους και πιστεύουν πως ορίζουν τις τύχες των παιδιών. Των δικών μας παιδιών. Υπάρχουν ομάδες χωρίς προπονητές και χωρίς προπονήσεις ή στη καλύτερη περίπτωση με έναν προπονητή για όλες τις ηλικίες και μία με το ζόρι προπόνηση την εβδομάδα. Υπάρχουν προπονητές και ομάδες που διαχωρίζουν τα παιδιά σε βόρειους και νότιους για να επιβιώσουν οι ίδιοι. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι όλα αυτά υπάρχουν. Αλλά λίγο πολύ έτσι είναι η κατάσταση και όλες οι ομάδες λειτουργούν κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Και επειδή υπάρχουν αυτές οι συνθήκες, το εκμεταλλεύεται ο κος Μπέλλος για να φτιάξει μία (ή δύο) πανίσχυρες ομάδες. Όταν μία ομάδα όμως ξεχωρίζει τόσο πολύ, οι άλλοι που δεν μπορούν να ακολουθήσουν ούτε στο ελάχιστο τι μέλλον έχουν; Αλλά ακόμη και εάν κάποιες ομάδες τα καταφέρουν και προσαρμοστούν, τι ομάδες θα έχουμε; Με κοινοτικούς στις σκακιέρες κάτω των 12 όπως είπε και ο φίλος που υπογράφει "Ανήσυχος Πατέρας"; Και χωρίς μέλλον στις ομάδες, ας έχουμε πρωτάθλημα Α' Εθνικής, σε 2-3 χρόνια, μεταξύ ΠΣ Περιστερίου και ΣΑΚ Αργοναύτες σε πουλ αγώνες πέντε γύρων.
11 Ιανουαρίου 2011 4:57 μ.μ.
Μεταγραφές Αθλητών
Πολύ καλή, μου είπαν, η διοργάνωση των πανελληνίων πρωταθλημάτων κάτω των 20 και κάτω των 18 στο Περιστέρι. Τα αποτελέσματα και τα αγωνιστικά μπορείτε να τα διαβάσετε και στον επίσημο ιστότοπο της διοργάνωσης http://panellinia11.peristerichess.gr/. Εγώ στο άρθρο αυτό θα ασχοληθώ με ένα μικρής έκτασης αλλά πολύ σημαντικό στην ουσία του περιστατικό που σημειώθηκε σε πηγαδάκι κατά τη διάρκεια του 8ου γύρου. Δεν έχω λόγο να το αμφισβητήσω γιατί το συζήτησα με απόλυτα αξιόπιστη πηγή. Ακούστηκαν λοιπόν κάποια "παράπονα"-"καταγγελίες"-"διαμαρτυρίες" (όπως θέλετε ονομάστε το) προς τον πρόεδρο της ΠΣ Περιστερίου για τις μεταγραφές που προσπάθησε ή που έκανε ο κος Μπέλλος. Αντιδρούσαν γονείς και αθλητές, από την Καβάλα κυρίως, λέγοντας ότι δεν είναι σωστό να παίρνει η ΠΣ Περιστερίου όλους αυτούς τους αθλητές με αυτόν τον τρόπο και να αποδυναμώνει τις άλλες ομάδες. Ειπώθηκε επίσης ότι η ΠΣ Περιστερίου μπορεί να έχει κάποιες επιτυχίες τον τελευταίο καιρό αλλά αυτό οφείλεται στη δουλειά που έκαναν τα άλλα σωματεία με τα παιδιά, τα οποία τελικά κατέληξαν στο Περιστέρι έτοιμοι αθλητές. Ο κος Μπέλλος αντέδρασε λέγοντας πως το καλύτερο σωματείο, εννοώντας τη ΠΣ Περιστερίου, μπορεί να παίρνει όποιον αθλητή θέλει εφόσον του δίνει προπονήσεις, μέλλον, καλές συνθήκες και συνεργασία, φέρνοντας παράδειγμα το ποδόσφαιρο και τον Ολυμπιακό.
Όλοι οι γονείς όμως που πηγαίνουν τα παιδιά τους στο σκάκι, δεν επιθυμούν την ποδοσφαιροποίηση του χώρου. Το κάθε παιδί ξεκινάει το άθλημα αγνά, στο σύλλογο της γειτονιάς του με σκοπό να περάσει όσα από τα παιδικά του χρόνια μπορέσει με αυτό το όμορφο άθλημα-παιχνίδι.
- Πόσο ηθικό άραγε είναι, με τις σημερινές συνθήκες κρίσης και εξαθλίωσης, να δελεάζεις με λεφτά παιδιά, που ίσως λόγω της οικονομικής τους κατάστασης θα ενδώσουν σε μία μεταγραφή ;
- Πόσο όμορφο γίνεται και τι καλό προσφέρεις στο άθλημα εάν η επιθυμία σου δεν είναι μόνο η ενίσχυση του σωματείου σου αλλά και η αποδυνάμωση των "ανταγωνιστών" σου ;
- Πόσο όμορφους και με ενδιαφέρον φαντάζεσαι τους αγώνες της Α' Εθνικής το προσεχές καλοκαίρι με την κατάσταση που διαμορφώνεται στο χώρο του σκακιού ;
- Πόσες ομάδες θα χρειαστεί να πάρετε υπό την προστασία σας, εκτός ΠΣ Περιστερίου και ΣΑΚ Αργοναύτης, για να μπορέσουν οι αθλητές που έχετε να παίξουν σκάκι ;
- Τέλος, πόσα παιδιά νομίζετε ότι θα έχουν ενδιαφέρον να παραμείνουν στο άθλημα, σε συνδυασμό με την απίστευτη και ετσιθελική απόφαση της ΕΣΟ για μείωση στις σκακιέρες της Α' Εθνικής ;
Όλα αυτά, που αναμφισβήτητα δεν είναι παράνομα και έχει κάθε δικαίωμα κάποιος να λειτουργεί έτσι, οδηγούν το άθλημα σε επικίνδυνα μονοπάτια. Η ιστορία και η πείρα άλλωστε έχει δείξει ότι μονοπωλιακές νοοτροπίες και τακτικές οδηγούν σε ναυάγια τύπου "ΣΑΜΙΝΑ". Μεταφορικά και κυριολεκτικά. "
Διαβάστε και 5 πολύ ενδιαφέροντα σχόλια (που δημοσιεύτηκαν μέχρι τώρα) σπου αφορούν την παραπάνω ανάρτηση:
Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Πολύ καλή προσέγγιση του θέματος. Επιτέλους κάποιος μιλάει. Όλοι στο χώρο μας λίγο-πολύ συζητάμε το θέμα αλλά κανένας δεν σχολιάζει δημόσια. Ελπίζω να πούνε κι άλλοι τη γνώμη τους. Ας μη βλέπουμε μόνο τα στραβά στο σκάκι. Να τα δημοσιοποιούμε κιόλας για να κάνουν όλοι τη κριτική τους με την ελπίδα να αλλάξει κάτι.
"πυργούλης"
10 Ιανουαρίου 2011 10:43 π.μ.
Ο/Η Ανήσυχος Πατέρας είπε...
Εξαιρετικά ενδιαφέρον σχόλιο, όμως αυτό το "από την Καβάλα κυρίως", με βάζει στον πειρασμό να κάνω τον Συνήγορο του Διαβόλου:
Από την ίδια Καβάλα...
... που (παρά την εξαιρετική και αξιέπαινη δουλειά της στις υποδομές), μόλις στην τελευταία της συμμετοχή έφερε Κοινοτικό στην U-12;
... που πρωτοστάτησε στην κίνηση για κάθε άλλο παρά "όμορφους και με ενδιαφέρον αγώνες της Α' Εθνικής" ακριβώς τη χρονιά που μας πέρασε;
... που ναρκοθέτησε με αποχή της τελευταίας στιγμής, ακόμη και την τελική φάση του Ομαδικού Παίδων-Κορασίδων; Υπήρξαν, όντως, "δυσμενείς καιρικές συνθήκες". Ομως, το Ωραιόκαστρο ήθελε να τις ξεπεράσει και τις ξεπέρασε. Το ίδιο κι η Αμφισσα που έπρεπε ν' ανεβοκατέβει τον Παρανασσό (αν τελικά η ομάδα της Φωκίδας έκανε κύκλο μέσω Ρίου mea culpa, αλλά δεν είναι εκεί το ζήτημα).
... που μάλλον είναι σκόπιμο να αποφεύγει συζητήσεις για "προστατευόμενες ομάδες", τουλάχιστον μέχρι να δούμε σε κάποια τελευταία αγωνιστική κάποιου πρωταθλήματος, κάτι σαν Στέγη-Αργοναύτης 6-6.
Συμφωνώ απόλυτα με τους χαρακτηρισμούς στο τελευταίο ερώτημά σας για "την απίστευτη και ετσιθελική απόφαση της ΕΣΟ για μείωση στις σκακιέρες της Α' Εθνικής" και συμμερίζομαι τις ανησυχίες σας για τις επιπτώσεις στη μείωση του ενδιαφέροντος των παιδιών. (Οι μειωμένες συμμετοχές στα Νεανικά, αποτελούν μια ένδειξη, αλλά είναι πολύ νωρίς για συμπεράσματα).
Μόνο που είναι γνωστό, ποιός πρωτοστάτησε σ' αυτή την απόφαση και ποιός την πολέμησε.
Να μην σας κουράζω: Δεν διαφωνώ με τους προβληματισμούς σας. Μ' ενοχλεί, που ΜΑΣ χτυπούν φιλικά στην πλάτη, εκείνοι που ανησυχούν, επειδή βρέθηκαν άλλοι να πλειοδοτήσουν.
11 Ιανουαρίου 2011 3:11 π.μ.
Ο/Η sw είπε...
Συμφωνώ απόλυτα με τον 'Ανήσυχος Πατέρας' όπως υπογράφει. Τις ίδιες ανησυχίες έχουμε όλοι. Είναι απόλυτα σωστά όσα λέει. Στη παραπάνω δημοσίευση, απλά παρέθεσα όσα έμαθα πως έγιναν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Δεν έκανα αναδρομή στα πεπραγμένα και στις τακτικές των ομάδων. Με αφορμή λοιπόν το επεισόδιο αυτό δημοσιοποίησα τις απόψεις μου. Φυσικά οι πρακτικές που στηρίζουν το άθλημα δεν είναι αυτές, σημερινές και χτεσινές. Το άθλημα στηρίζετε από τους απλούς γονείς και από ομάδες που έξω από παρατάξεις και συμφέροντα, με κόπο, μεράκι και προσωπικά έξοδα τρέχουν σε όλη την Ελλάδα για τα παίξουν τα παιδιά τους σκάκι. Οι ομάδες που αναφέρεις είναι από τα θετικά παραδείγματα. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω, κι εγώ, από τη Βόρεια Ελλάδα την Ε.Σ.Ο. «Χρονικόν-Παπάφη», στον ΠΟ Α’ Εθνικής, που πέντε φίλοι έφτιαξαν το σωματείο για να περνάνε καλά οι ίδιοι και τα παιδιά τους. Αυτό για μένα αξίζει περισσότερο από το πρωτάθλημα Α' Εθνικής. Όποιος καταλαβαίνει αυτό που λέω είναι ο κερδισμένος και αυτή τη νίκη θα περάσει και στα παιδιά του. Δείτε τα παιδιά στα διάφορα τουρνουά. Υπάρχουν παιδιά δυστυχισμένα που έχασαν ή ακόμη και που κέρδισαν αλλά δεν έπαιξαν καλά και παιδιά που είναι ευτυχισμένα χάσουν-κερδίσουν γιατί χαίρονται το παιχνίδι και την προσπάθεια. Εσείς τι παιδιά προτιμάτε ;
11 Ιανουαρίου 2011 10:15 π.μ.
Ο/Η ακριβοδίκαιος είπε...
Σκάκι στα Δυτικά, αλλά και σκάκι μεροληπτικά.
Τώρα στο ρόλου του κακού ο Αντώνης Μπέλλος, που "δελεάζει με λεφτά παιδιά".
Δε γράφετε, όμως, κύριοι, ότι ο Μπέλλος προσφέρει σε παιδιά όλα τα μέσα για τη σκακιστική τους πρόοδο (προπονήσεις, αγώνες κτλ), ότι γλυκά λεφτά, και μάλιστα πολλά, παίρνουν σωματεία, για να αποδεσμεύσουν παιδιά, ότι ο Μπέλλος και η ΠΣ Περιστερίου διαφώνησαν έντονα με τις αλλαγές στη σύνθεση των ομάδων της Α΄ Εθνικής.
Ο Μπέλλος, κύριοι, δεν παραμυθιάζει ούτε τους γονείς ούτε τα παιδιά. Προσπαθεί να φέρνει στα σωματεία του τους καλούς σκακιστές. Δεν πουλάει φούμαρα στο κάθε παιδάκι που κουνάει τα ξυλάκια ότι αυτός θα το κάνει από GM και πάνω και δε φανατίζει τους γονείς με ιστορίες γι' αγρίους.
Μπορεί να μη μας αρέσει ότι λειτουργεί σαν το Μαρινάκη του Ολυμπιακού, επειδή εμείς οι γείτονες στα δυτικά δεν μπορούμε να τον παρακολουθήσουμε, αλλά τα περί ηθικής και ναυαγίων είναι σκέτες παρόλες.
11 Ιανουαρίου 2011 1:51 μ.μ.
Ο/Η sw είπε...
Αγαπητέ φίλε "Ακριβοδίκαιε", ούτε εσύ έχεις άδικο. Όπως αναφέρω και στο κεντρικό σχόλιο, ο κος Μπέλλος δεν κάνει κάτι παράνομο. Έχει το απόλυτο δικαίωμα να λειτουργεί έτσι. Στα ερωτήματα που θέτω όμως εσύ ο "Ακριβοδίκαιος" δεν μπήκες στο κόπο να απαντήσεις. Απλά τα χαρακτηρίζεις παρόλες. Γενικά στο ύφος του σχολίου σου διακρίνω πολύ ένταση και θυμό. Γιατί; Συμφωνώ μαζί σου ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης για τα τεκταινόμενα στο χώρο έχουν και οι ομάδες που δεν μπορούν να προσφέρουν πράγματα στους αθλητές τους, που έχουν βυθιστεί στο τέλμα των παραγόντων και που δεν βλέπουν πέρα από τη μύτη τους. Πολλών ομάδων οι παράγοντες έχουν παντρευτεί τις καρέκλες τους και πιστεύουν πως ορίζουν τις τύχες των παιδιών. Των δικών μας παιδιών. Υπάρχουν ομάδες χωρίς προπονητές και χωρίς προπονήσεις ή στη καλύτερη περίπτωση με έναν προπονητή για όλες τις ηλικίες και μία με το ζόρι προπόνηση την εβδομάδα. Υπάρχουν προπονητές και ομάδες που διαχωρίζουν τα παιδιά σε βόρειους και νότιους για να επιβιώσουν οι ίδιοι. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι όλα αυτά υπάρχουν. Αλλά λίγο πολύ έτσι είναι η κατάσταση και όλες οι ομάδες λειτουργούν κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Και επειδή υπάρχουν αυτές οι συνθήκες, το εκμεταλλεύεται ο κος Μπέλλος για να φτιάξει μία (ή δύο) πανίσχυρες ομάδες. Όταν μία ομάδα όμως ξεχωρίζει τόσο πολύ, οι άλλοι που δεν μπορούν να ακολουθήσουν ούτε στο ελάχιστο τι μέλλον έχουν; Αλλά ακόμη και εάν κάποιες ομάδες τα καταφέρουν και προσαρμοστούν, τι ομάδες θα έχουμε; Με κοινοτικούς στις σκακιέρες κάτω των 12 όπως είπε και ο φίλος που υπογράφει "Ανήσυχος Πατέρας"; Και χωρίς μέλλον στις ομάδες, ας έχουμε πρωτάθλημα Α' Εθνικής, σε 2-3 χρόνια, μεταξύ ΠΣ Περιστερίου και ΣΑΚ Αργοναύτες σε πουλ αγώνες πέντε γύρων.
11 Ιανουαρίου 2011 4:57 μ.μ.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ,
ΜΕΤΑΓΡΑΦΕΣ ΣΚΑΚΙΣΤΩΝ,
ΣΚΑΚΙ
Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ
Ο τροχός της μοίρας (Η αρχή του Ερωτόκριτου)
Στίχοι : Βιτσέντζος Κορνάρος
Ενορχήστρωση : Χριστόδουλος Χάλαρης
Τραγούδι: Νίκος Ξυλούρης
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ (Α’, στ. 1-16)
"Του κύκλου τα γυρίσματα π'ανεβοκατεβαίνου,
και του τροχού,π'ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνου.
με του καιρού τ'αλλάματα,π'αναπαημό δεν έχου,
μα στο καλό κι εις το κακό περιπατού και τρέχου.
και των αρμάτω οι ταραχές,οχθρίτες και τα βάρη,
του έρωτα οι μπόρεσες και τση φιλιάς η χάρι,
αυτάνα μ'εκινήσασι την σήμερον ημέρα
ν'αναθιβάλω και να πω τα κάμαν και τα φέρα
'ς μιαν κόρη κι έναν άγγουρο,που μπερδευτήκα ομάδι,
σε μια φιλιάν αμάλαγη με δίχως ασκημάδι'
κι όποιος του πόθου δούλεψε είσε καιρόν κιανένα,
ας έρθη να τ'αφουκραστή ό,τ'είναι εδώ γραμμένα.."
{ Να πάρει ξόμπλι κι’ αρμηνειά βαθιά να θεμελιώνη
σ’ αμάλαγη φιλιά, οπού να μη κομπώνη
γιατί όποιος δίχως πιβουλιά τον πόθο του ξετρέχει,
εις την αρχή ά βασανιστη, καλό το τέλος έχει.}
ΤΑ ΘΛΙΒΕΡΑ ΜΑΝΤΑΤΑ
Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης
Τραγούδι: Νίκος Ξυλούρης
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ (Γ’, στ. 1355 … 1396)
Τ άκουσες Αρετούσα μου, τα θλιβερά μαντάτα;
π' ο Kύρης σου μ' εξόρισε στης ξενιτιάς τη στράτα;
...
Tέσσερεις μέρες μοναχά μου 'δωκε ν' ανιμένω,
κι αποκεί να ξενιτευτώ, πολλά μακρά να πηαίνω.
Kαι πώς να σ' αποχωριστώ, και πώς να σου μακρύνω,
και πώς να ζήσω δίχως σου στο χωρισμόν εκείνο;
...
Kατέχω το κι ο Kύρης σου γλήγορα σε παντρεύγει,
ρηγόπουλο, αφεντόπουλο, σαν είσαι συ, γυρεύγει,
κι ουδέ μπορείς ν' αντισταθείς, σα θέλουν οι γονείς σου,
νικούν τηνε τη γνώμη σου, κι αλλάσσει η όρεξή σου.
"Mιά χάρη, Aφέντρα, σου ζητώ, κ' εκείνη θέλω μόνο,
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω.
την ώρα που αρραβωνιαστείς, να βαραναστενάξεις,
κι όντε σα νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξης,
ν' αναδακρυώσης και να πεις• "Pωτόκριτε καημένε,
τά σου'ταξα λησμόνησα, τό'θελες πλιό δεν έναι.
...
Kαι κάθε μήνα μιά φορά μέσα στην κάμερά σου,
λόγιασε τά'παθα για σε, να με πονεί η καρδιά σου,
και πιάνε και τή ζγουραφιά που'βρες στ' αρμάρι μέσα,
και τα τραγούδια που'λεγα κι οπού πολλά σου αρέσα,
και διάβαζέ τα, θώρειε τα κι αναθυμού κ' εμένα,
που μ' εξορίσανε για σε πολλά μακρά στα ξένα.
...
κι' ας τάξω ο κακορίζικος, πως δε σ' είδα ποτέ μου,
μα ένα κερίν αφτούμενον εκράτουν κ' ήσβησέ μου.
Ετικέτες
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ,
ΚΟΡΝΑΡΟΣ(ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΣ),
ΞΥΛΟΥΡΗΣ(ΝΙΚΟΣ),
ΠΟΙΗΣΗ,
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)